Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

'Release The Kraken' By The Atlantic

While fish are disappearing from the oceans, squid, octopus, and cuttlefish populations have been rising since the 1960s. Why?


Every winter in Spencer Gulf, a large inlet intruding into Australia’s south coast, hundreds of thousands of giant cuttlefish gather to breed. They’re about the size and weight of a corgi, with ever-changing displays of shadow and colour rippling across their dynamic skins. At the height of the breeding season, these amorous, multi-armed, living rainbows can get so numerous that there’s one of them in every square meter of water.
But lately, these mating swarms have dwindled to a small fraction of their former glory, and no one knows why. Pollution, warming waters, and a dearth of prey are all possibilities. But Bronwyn Gillanders from the University of Adelaide suspected that the decline might just be part of a natural cycle, a downward trend stuck between upward ones. She couldn’t test that idea, since no one had any long-term data on giant cuttlefish numbers. But such data did exist for other cephalopods—octopuses, squid, and other species of cuttlefish. Gillanders’s team member Zoe Doubleday pulled it all together, by scouring earlier studies and contacting other scientists.
To her surprise, she didn’t find evidence of either cycles or declines. Instead, she found that since the 1960s, cephalopods numbers have been increasing.
There had been anecdotal murmurs about such an upward trend before, but Doubleday’s data threw it into stark relief. The rise was obvious when the team analyzed data from both fisheries and other sources. It was there in both northern and southern hemispheres. It applied to species that stick to the same patch of ocean ocean floor, those that swim in the water layer just above the bottom, and those that patrol large stretches of open ocean. And it applied to every major group of cephalopod: For the most part, cuttlefish are doing well, squid are on the up, and octopuses are ascendant.
“You wouldn’t have expected to see the same trend across these different groups,” says Gillanders. “It does potentially suggest that a large-scale, global phenomenon is affecting all of them.”
What could that be?
Changing climate is an obvious answer. Like the rest of the planet, the oceans are getting warmer. Higher temperature could accelerate the life cycles of cephalopods, allowing them to grow faster and breed sooner.
It’s also likely that they are the unexpected beneficiaries of our knack for yanking pretty much everything else in the oceans. Think about all the fish species that we eat—cod, haddock, salmon, sole, and the like. Collectively, their numbers have halved since 1970. We also tend to fish down the food chain, taking out large predators like sharks, tuna, and swordfish first, before moving our way down medium-sized and smaller species. As these hunters are removed, their prey can flourish, cephalopods included. Overfishing, in other words, releases the krakens.

“It makes sense once you stop and think about how ocean food webs work, but it goes against the conventional wisdom that global fisheries target pretty much everything and, unless well managed, tend to overfish things,” says Benjamin Halpern from the University of California, Santa Barbara.
Cephalopods can respond to such changes quickly because their lives are as dynamic as their skins. They have fast growth rates, short lives, flexible reproductive cycles, voracious appetites, and broad-ranging tastes in prey. “These are characteristics which provide the capability to rapidly fill ecological niches that have been vacated by other groups,” writes Paul Rodhouse from the British Antarctic Survey.
And what about the giant cuttlefish that started all of this? “They turned around,” says Gillanders. They’re not back at their previous levels, but “in the last two years, we saw an increase in abundance.”
That would seem like good news, but no one’s cheering. The data show that “global cephalopod fishery catches seem to have leveled off recently,” Rodhouse says, “So, this is not a sensational ‘cephalopods are taking over the world’s oceans’ story.”
The consequences of a cephalopod boom are also hard to predict, because the animals themselves are so unpredictable. They could slash the numbers of the small fish and shellfish that they hunt. They could fuel a resurgence of larger predators that hunt them. They could face an imminent bust if they attract the attention of people who no longer have fish to catch.
“I guess if you're a squid or octopus fisherman, these increases may seem like a great thing,” says Halpern. “But such dramatic global changes are quite worrisome. When we change the oceans this much, we move things into a new state—one that we know much less about. We might have more squid on our plates in the short run. What are we risking losing in the long run?”
 
Source: http://goo.gl/YilhXz

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

3 κείμενα με την Ποκαχόντας

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο
Οι αφηγήσεις είναι αυτόνομες και δεν συνδέονται με το σενάριο της ταινίας The New World

1.)    Η φυγή ως άρνηση = υπεκφυγή
Δεν κατάλαβε ποτέ της η Ποκαχόντας ποιο ήταν το διακύβευμα. Είχε αποφασίσει ότι θα ακολουθούσε τον Τζον παντού και σε αντίθεση με αυτόν δεν θεωρούσε πως έπρεπε να του επιβάλλει να λειτουργεί μέσα στα όρια κάποιας πολιτισμικής κατασκευής. Ήτανε ο άποικος εξερευνητής που κυνηγούσε χρυσάφι, ήτανε ο κατακτητής από την Αγγλία αλλά τώρα που πλέον του ξαναμιλούσε, έβλεπε έναν άνθρωπο που έχει απολέσει τον εαυτό του, έβλεπε ένα φάντασμα. Τι να πρωτοδιορθώσει όταν είχε δίπλα της έναν άνθρωπο που κάποτε ήθελε να εκφραστεί και να αποκτήσει αξίες μέσα από έναν Ινδιάνικο πολιτισμό και σήμερα αναγνώριζε και η ίδια τη ματαιότητα του κόσμου που είχε χτιστεί γύρω του. Κανείς δεν περίμενε ότι θα άλλαζαν όλα, για πάντα. Ένα ήταν σίγουρο, είχε δίκιο. Δεν μπορεί ένας άνθρωπος να έχει κάνει τόσα πολλά λάθη εάν απλά δεν χρησιμοποιεί λανθάνουσα λογική. Αλλά να πει τι και σε ποιόν; Ποιος είναι υπεύθυνος για το τέρας του πύργου; Α, μάλιστα, τώρα κατάλαβε, του πύργου. Ήταν έτοιμη τότε να εγκαταλείψει τον κόσμο της και να τον ακολουθήσει παντού, να ταξιδέψει και να ζήσει μαζί του για πάντα, ακόμα και στην Αγγλία. Όταν η σχέση τους όμως έγινε αντιληπτή, η ρήξη ανάμεσα στους δύο κόσμους έμοιαζε, αυτή είναι η ακριβής λέξη, έμοιαζε, αναπόφευκτη με ολέθριες συνέπειες. Θα μπορούσε να ήταν έτσι, αλλά δεν ήταν. Τότε, στη Virginia, ήταν απλά ένας πόθος για τα μάτια του κόσμου. Τι να διορθώσει αναφορικά με τους επιχειρηματικούς τίτλους του νέου της άντρα; Τότε ήταν απλά η κόρη του αρχηγού των Ποουχάταν, είχανε δύναμη και προστατεύανε τη γη τους. Τι δύναμη είχε τώρα ο Τζον; Απλά ένας αχυράνθρωπος. Επέβαλε κάτι; Υποχρέωσε κάποιον να ζήσει σύμφωνα με ιμπεριαλιστικά πρότυπα; Ήτανε η γυναίκα του και ήτανε δική του και σήμερα πλέον δεν τον αναγνώριζε, ψευτοκουλτούρα, ψευτοαλήθεια, ψευτοϊδεολογία. Τι να κρυβόταν πίσω από όλα αυτά το οποίο η Ποκαχόντας αρνούταν να αντιμετωπίσει; Πόλεμος κόσμων, κόλαση και παράδεισος. Και αν έπαιζε αυτό το παιχνίδι, όπως τουλάχιστον ο Τζον ήθελε, ποιος θα κερδίσει; Ποιος θα βγει νικητής από τη μάχη; Κάποτε ήταν ήρωες, τώρα όμως όχι. Ο χρόνος είχε αντιστρέψει τα σημάδια που είχε δει κάποτε πάνω του και τον είχε κάνει υποχείριο, πιόνι. Λύση υπήρχε. Δεν μπορεί όλα όσα έζησαν να ακυρώνονται από μία διευθέτηση. Όμως αυτή την αλήθεια δεν την έμαθε ποτέ κανείς τους, για χάρη της καριέρας τους κάποτε. Ήτανε πάλι αρχηγός.

2.)    Η φυγή ως λύτρωση = κάθαρση
Η Ποκαχόντας έπρεπε να φύγει, μήπως βρει κάποτε αυτό που ήθελε πραγματικά. Μήπως μπορέσει να ανακαλύψει κάποια μέρα τον εαυτό της και τη ζωή της. Μέσα από την απαρχή της στη Virginia και τον έρωτά της με τον Τζον δημιουργούσε μία πρώτη ύλη για να αντιμετωπίσει καλύτερα όλα όσα θα συναντούσε στην Αγγλία. Και ήξερε καλά πως ο πιο σκληρός κριτής σε όλα αυτά θα ήταν ο χρόνος. Μόνο ο χρόνος μπορεί να αποδείξει κατά πόσο αυτά που λέμε τεκμηριώνονται και αποδεικνύονται στο πλήρες βάθος τους. Ο Τζον αντ’ αυτού ήτανε περισσότερο τυχοδιώκτης, εξερευνητής και έτρεφε μεγάλο πάθος για την περιπέτεια. Τι ικανοποίηση μπορεί να βρει ένας τέτοιος άνθρωπος στο νοικοκύρεμα και στον έρωτα; Πολύ πεζά για τη φαντασία του. Μέχρι το επόμενο κυνήγι για ανεύρεση χρυσαφιού, μέχρι τον επόμενο πόλεμο με τους Ινδιάνους, μέχρι την επόμενη διαμάχη και διευθέτηση ανάμεσα στους δύο κόσμους, ο άνθρωπος ζούσε με τους νόμους της ζούγκλας. Καμία πρόνοια σε αντίθεση με την Ποκαχόντας για αυτά που οι Ινδιάνοι ονομάζουν κύκλο της φύσης, κύκλο ισορροπίας, κύκλο φιλίας. Είναι αυτές ακριβώς οι Ινδιάνικες αξίες που μπορούν και επιζούν σήμερα, σε έναν πολιτισμό χωρίς τη χρήση των όπλων. Είναι τα μυστικά της φυλής της Ποκαχόντας, η κληρονομιά που θα έπαιρνε μαζί της στο νέο κόσμο. Και ήθελε παθιασμένα για μία φορά στη ζωή της να μελετήσει αυτόν ακριβώς το συσχετισμό, τα ιδανικά των Ινδιάνων με διαπολιτισμικούς όρους. Τι είναι αυτό που θα έπαιρνε μαζί της και τι θα άφηνε πίσω της; Ο έρωτάς με τον Τζον από ένα σημείο κι έπειτα πήρε άλλη τροπή. Συνάδελφοί του της ανέφεραν ότι πέθανε με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ερείπιο, να την πιάσει κατάθλιψη και να αρνείται να επικοινωνήσει με τον κόσμο. Έπρεπε να ξεκόψει κάποια στιγμή από το παρελθόν, από τον κόσμο που είχε δημιουργήσει στη φαντασία της μαζί του, να ξεχάσει. Έμαθε αργότερα ότι δεν είχε πεθάνει, την είχε μετατρέψει σε πειραματόζωο για χάρη των αποφάσεων και των συμφερόντων του, του εγωισμού του και τίποτε παραπάνω. Έπρεπε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και ο μόνος τρόπος για να το πετύχει αυτό ήταν μέσα από τη φυλή των Ποουχάταν. Θα εκμεταλλευόταν την πνευματική τους κληρονομιά για να φτιάξει μία καινούρια ζωή. Ούτως ή άλλως ακόμα και ο Τζον όταν συναντήθηκαν για τελευταία φορά δεν φαινόταν να θέλει να ανατρέψει το αποτέλεσμα, παρόλο που ακόμα κάτι σκιρτούσε μέσα στην καρδιά της Ποκαχόντας. Για άλλη μία φορά τυχοδιώκτες, επί ξύλου κρεμάμενοι χάρη σε μερικές λέξεις. Έπρεπε να φύγει.

3.)    Η φυγή ως μοναδική λύση = αναγκαστική
Αναζητώντας τη λύτρωση, αναζητώντας το τέλος, αναζητώντας μία άφεση αμαρτιών που δεν θα ερχόταν ποτέ. Ανάλογα με τα τρέχοντα νέα και τα τρέχοντα επιχειρήματα, δεν μπορούσε ακόμα να καταλάβει ότι όλα όσα είχε ζήσει με τον Τζον και οι αναμνήσεις, μα και ο πόνος της δεν μπορούσαν να ξεχαστούν. Λες και η ζωή περίμενε την αμέσως επόμενη ανασημασιοδότηση για να την τουμπάρει. Να παίξει με τα συναισθήματά της, να παίξει με τις σκέψεις της, να παίξει για άλλη μία φορά με τα όνειρά της. Κάπως έπρεπε να βγει από αυτόν τον εφιάλτη. Η Ποκαχόντας γνώριζε ότι είχε δύσκολο δρόμο μπροστά της, όμως έπρεπε πάση θυσία να προστατέψει τον εαυτό της, από το τρενάρισμα και την κυκλική επαναφορά του πόνου. Έπρεπε να δώσει ένα τέλος στον έρωτά της με τον Τζον μιας και φως στο τούνελ δεν φαινόταν να υπάρχει. Και αυτή τη στιγμή άρχιζε να πιστεύει ότι διέθετε το κλειδί, δεν ήταν τόσο τυπολάτρης όσο ο Τζον ήθελε να τη χαρακτηρίζει αλλά στατική, τα έπαιρνε όλα της μετρητοίς. Ότι της έλεγε ο Τζον αυτό καταλάβαινε, πετάει ο γάιδαρος και με εμένα πάνω. Έπρεπε να φύγει προτού αρχίσει να τη ζυμώνει και μάλιστα με τρόπο μοιραίο για τα μετέπειτα όνειρά της. Ήταν νέα και δεν θα χαράμιζε τη ζωή της σε τέτοια πάθη. Θα τον παρατούσε και θα πήγαινε μόνη της στην Αγγλία, χωρίς το προφίλ του κατακτητή, θα το έκανε μόνη της. Ούτως ή άλλως οι πόλεμοι με τους άποικους εξερευνητές είχαν φθάσει τους Ινδιάνους στο αμήν και η φυλή των Ποουχάταν είχε αποφασίσει να γυρίσει σελίδα. Κάποιοι θα έμεναν κάποιοι θα έφευγαν, σίγουρα όμως το μέλλον για την Ποκαχόντας αν και αρχικά ευοίωνο δεν θα ήταν εύκολο. Ο νέος κόσμος δεν θα τις αναγνώριζε αμέσως τις Ινδιάνικες αξίες και τα Ινδιάνικα ιδανικά. Δεν είχε όμως άλλη λύση. Θα έπρεπε να δουλέψει, να κοινωνικοποιηθεί, να εκπαιδευτεί και έχει ο Θεός. Σίγουρα όμως έπρεπε να φύγει από μία σχέση που την άφηνε στο έλεος του Θεού. Από μία σχέση βασισμένη στο άγνωστο. Απλά όταν ο Τζον πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Ποουχάταν, βάλθηκε μετά την απελευθέρωσή του από την κόρη του αρχηγού να μυηθεί στη γλώσσα τους, στον πολιτισμό τους και στις συνήθειές τους. Από τον άγνωστο κόσμο κρατιόταν και η Ποκαχόντας. Μέχρι κάποια στιγμή να αλλάξουν όλα, για πάντα. Το αδιέξοδο ορατό, το τέλος οριστικό και ο χωρισμός όπως στα παραμύθια, αναπόφευκτος. Έπρεπε να φύγει και μάλιστα χωρίς να γνωρίζει τι της επιφυλάσσει αυτή η απόφαση στο μέλλον. Κάπως όμως έπρεπε να γίνει η αρχή. 

Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

Θεατρικό: Συναισθηματική Ένδεια με Σωματικά Συμπτώματα

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο
Δύο συγγραφείς ο Jack και η Vanessa πίνουν καφέ και συζητούν.

Εσωτερικά της τζαμαρίας ενός καφέ στο κέντρο της πόλης, σε ένα στρογγυλό τραπέζι, ο Jack και η Vanessa κάθονται αναπαυτικά κοιτάζοντας αινιγματικά ο ένας τον άλλο, τη στιγμή που ο σερβιτόρος τους φέρνει τον καφέ και τις σοκολατόπιτες. Μετά την ολοκλήρωση της παραγγελίας, η Vanessa πίνει μία γουλιά καφέ και με ένα τίναγμα του χεριού, τινάζει τα μαλλιά της προς τα πίσω.
Vanessa: Με βάση τον τρόπο που περιγράφεις τον εαυτό σου μου θυμίζεις το σχόλιο της Γερτρούδης στον πίνακα του Picasso στην ταινία Μεσάνυχτα στο Παρίσι. Θέλεις να στο θυμίσω;
Jack: Όπως επιθυμείς!
Vanessa: Έχεις καθολικότητα αλλά όχι αντικειμενικότητα. Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω το συσχετισμό που κάνεις ανάμεσα στις φιλίες και τα συναισθήματα και το επάγγελμα…
Jack: Όπως πιθανόν γνωρίζεις καλύτερα από εμένα τη συναισθηματική νοημοσύνη ως γυναίκα, υπάρχουν ιδέες που θέλω να τις μοιραστώ και να νιώσω ικανοποίηση, χαρά και ζήλο για περισσότερες συζητήσεις. Απλά αυτό δεν συμβαίνει.
Vanessa: Ακριβώς επειδή Jack μπερδεύεις το γενικό με το ειδικό, το μερικό με το όλο. Σου ξαναθυμίζω λοιπόν στο δια ταύτα τα λόγια της Γερτρούδης. Τα συναισθήματα όπως η χαρά, η ικανοποίηση, ο ενθουσιασμός, ο ζήλος, η περηφάνια, έχουν ένα αντικείμενο εφαρμογής. Το έχεις;
Jack: Πάμε παρακάτω; Μισό λεπτό.
 Ο Jack σηκώνεται από την καρέκλα του και προχωράει προς τον πάγκο του μπαρ. Αφού παραγγείλει μία μηλόπιτα επιστρέφει πίσω με ένα αχνό χαμόγελο στο πρόσωπο.
Vanessa: Έλεγα λοιπόν ότι έχεις μπλοκαριστεί. Νομίζεις ότι όλοι προσπαθούν να σου περάσουν μηνύματα και να σε χειραγωγήσουν. Ακριβώς ότι είπα προηγουμένως.
Jack: Μα αυτό θα πει να έχει κανείς όραμα. Τι έχουνε κάνει στη ζωή τους;
Vanessa: Δεν θα λες εσύ σε κανέναν όπου σταθείς και όπου βρεθείς, με την πρώτη ευκαιρία το τι θα κάνει. Από που ξέρεις τι έχει κάνει ο άλλος;
Jack: Τους βλέπω. Τους ακούω. Τους κόβω με το μάτι μου.
Vanessa: Βλέπω λοιπόν ότι έχεις πάρει 9 κιλά και συνεχίζεις και εδώ να τρως από τη θλίψη σου και την ανεπάρκειά σου.
Jack: Μπορεί να συμβεί σε όλους και θα τα χάσω. Μπες και λίγο στο ίντερνετ να διαβάσεις.
Vanessa: Θέλω να αισθάνεσαι άνετα με αυτό που δείχνει ο καθρέφτης και όχι με το ίντερνετ. Γι αυτό θα σου δώσω κάποιες συμβουλές…
Ο Jack πίνει μία γουλιά καφέ βάζοντας το δείκτη του χεριού του στο πηγούνι του.
Vanessa: Όταν ένας άνθρωπος θέλει να σε γνωρίσει, γνωρίζει εσένα. Το χαρακτήρα σου και την προσωπικότητά σου, τα θέλω σου και τα ενδιαφέροντά σου, τι σου αρέσει, τι σε συγκινεί, τι σε κάνει χαρούμενο.
Jack: Και είμαι σε όλα όσα λες από τους πιο σύγχρονους. Παμ’ παρακάτω…
Vanessa: Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα Jack. Ένας που θέλει να σε γνωρίσει, υποθέτει ή τουλάχιστον θεωρεί ότι έχεις μία βάση αν μη τι άλλο, 60% σταθερή. Θέλει να ξέρει ότι είσαι έτσι και δεν είσαι αλλιώς. Όταν εσύ, σου φέρνω το παράδειγμα της Νεφέλης και του Μάνου, άλλα τους έλεγες τη μία μέρα, άλλα την άλλη, άλλα την τρίτη, αδιαφορώντας για μία στοιχειώδη σταθερότητα, τι θα καταλάβουν αυτοί οι άνθρωποι για σένα;
Jack: Όπως γνωρίζεις πολλοί συγγραφείς, όπως και εσύ, έχουμε κάποιες φορές κρίση ταυτότητας. Δεν είναι ανάγκη στη δημιουργικότητα να είναι όλα de facto. Είμαστε πιο ρευστοί άνθρωποι.
Vanessa: Jack σου ξαναθυμίζω τον παράγοντα άνθρωπο και όχι το επάγγελμά σου. Αν έχεις κρίση ταυτότητας διόρθωσε πρώτα τη ζωή σου και τις σκέψεις σου και μετά πιάσε τις γνωριμίες. Άλλο κρίση ταυτότητας άλλο δεν ξέρω τι μου γίνεται. Περνάς στην απέναντι όχθη, ένας που σε ακούει το πολύ πολύ να πει αυτός είναι τρελός.
Η συζήτηση του Jack και της Vanessa διακόπτεται απότομα από τον ερχομό του σερβιτόρου με την μηλόπιτα.
Μπορείτε να με πληρώσετε επειδή τελειώνει η βάρδιά μου;
Ευχαρίστως. Πόσο κάνουν; 
16 ευρώ.
O Jack πληρώνει την παραγγελία και ο σερβιτόρος αφού πάρει τα χρήματα, αφήνει στο τραπέζι τα ρέστα και βάζοντας το δίσκο κάτω από τη μασχάλη του αποχωρεί.
Vanessa: Τη μηλόπιτα τώρα γιατί την παρήγγειλες; Δεν είναι πλεονασμός;
Jack: Έχω πολύ καιρό να τη δοκιμάσω. Αύριο έχω γυμναστική.
Vanessa: Έχεις λανθασμένο μοντέλο σκέψης και μερικές φορές αισθάνομαι ότι σου λείπει η αυτοπεποίθηση και η φιλοσοφία. Για σπρώξτα λίγο παραπάνω.
Jack: Έχεις κάτι να πεις για τα συναισθήματά μου; Ίσως να μη συμφωνώ με κάποιες ομάδες. Εσύ πάντως δεν έχεις παραπονεθεί. Θα αντιμετωπίσω το πρόβλημα όταν εμφανιστεί, ας μην φτιάχνουμε σενάρια και εικασίες.
Vanessa: Jack σε ξέρω 7 χρόνια. Αν σε εμένα μιλάς έτσι θα δώσεις περιθώριο σε ξένους; Δεν μπορείς να έχεις τις δικές μας απαιτήσεις σε έναν άλλο με το καταρχήν. Δεν μπορείς να μιλάς σε όλους όπως με εμένα. Ο άλλος πρέπει να σε γνωρίσει και να υπάρξει για κάμποσο χρονικό διάστημα δούναι και λαβείν μέχρι να συνοριστεί και να μπορέσει να αντέξει τις απαιτήσεις σου και τις ιδιοτροπίες σου. Δεν μπορείς με το καταρχήν να μιλάς όπως θες και δεν έχουν όλοι τις δικές σου γνώσεις. Επιστρέφουμε στη Γερτρούδη.
Jack: Στη Γερτρούδη, μάλιστα, έτσι θα ενημερωνόμαστε από εδώ και στο εξής.
Vanessa: Μακάρι να άκουγες τι λες και να αναλάμβανες την ευθύνη του λόγου, γιατί μερικές φορές αισθάνομαι ότι η γλώσσα σου προτρέχει της σκέψης σου.
Jack: Μπορείς σε παρακαλώ να μου πεις ποιο είναι το θέμα σου; Γιατί μέχρι τώρα νομίζω ότι συζητάμε άνευ λόγου και ουσίας.
Vanessa: Παρουσιάζεις συμπτώματα βουλιμίας και ακόμα και τώρα που σου μιλώ δεν αναγνωρίζεις τις βαθύτερες αιτίες των πραγμάτων. Τα αποδίδεις όλα στη συγγραφή και στο επάγγελμα.
Jack: Που αποδίδονται κατά τη γνώμη σου και ποιες είναι οι αιτίες;
Προς στιγμήν η κουβέντα σταματάει. Η Vanessa κάπως σκεπτική δοκιμάζει τη σοκολατόπιτά της, τη στιγμή που ο Jack αποκρίνεται.
Jack: Πάω για λίγο στο μπάνιο.
Η καφετέρια κατά τα ¾ γεμάτη με κόσμο, έχει στη δεξιά πλευρά ένα stand με περιοδικά και εφημερίδες. Τη στιγμή που πέφτει στο μάτι της Vanessa’s αυτή σηκώνεται από το τραπέζι, πιάνει ένα καλλιτεχνικού και πολιτιστικού τύπου και αρχίζει να το ξεφυλλίζει αφού καθίσει. Μετά από μερικά λεπτά, με την άκρη του ματιού της βλέπει τον Jack να βγαίνει από το μπάνιο και το αφήνει στο πλάι του τραπεζιού. Ο Jack κάθεται.
Vanessa: Θέλω να πω λοιπόν πως δεν μπορεί από μία συζήτηση να εξαρτάται το πόσο θα προχωρήσεις. Πόσες φορές σου έχω πει ότι στο ίντερνετ υπάρχουν δεκάδες ευκαιρίες που δεν τις ξέρουν πολλοί γιατί δεν είναι ειδικοί στην κοινωνική δικτύωση. Θα μπορούσες κάλλιστα να αποκτήσεις εξωστρέφεια και να σταματήσεις να συγχέεις τα προσωπικά και τα φιλικά με τα επαγγελματικά. Σε δυσκολεύει αυτό στις σχέσεις.
Jack: Θέλεις να μου προτείνεις τρόπους να γνωρίσω ανθρώπους δηλαδή;
Vanessa: Οι σχέσεις σου διακυβεύονται τη στιγμή που γίνεσαι επικίνδυνος. Πάρε για παράδειγμα αυτό το περιοδικό.
Ο Jack το παίρνει στα χέρια του, αρχίζει να το ξεφυλλίζει και να διαβάζει μεμονωμένα αποσπάσματα.
Vanessa: Υποτίθεται ότι η συγγραφή είναι πολιτισμός και γράμματα. Έχεις μία επαναστατικότητα, μόρφωση και ιδεολογία με τα οποία άλλοι σαν κι εσένα θα πιάνανε πουλιά στον αέρα. Αντ’ αυτού κλείνεσαι σε ένα ημιτελές εγώ με κόστος τις σχέσεις σου και τα συναισθήματά σου. Νομίζω πως πρέπει να ισχυροποιηθείς και μάλιστα σταμάτα να μιλάς και άρχισε να πράττεις.
Jack: Νόμιζα ότι το σχόλιό σου είχε να κάνει με το συναισθηματικό μου κόσμο.
Vanessa: Εν αρχή ην ο λόγος…! Το συναίσθημα είναι το αμέσως επόμενο.
Jack: Ναι αλλά το θέμα μου και το δικό σου στην αρχή δεν ήταν η εξωστρέφεια αλλά η χειραγώγηση του ανθρώπου.
Vanessa: Χειραγώγηση Jack γιατί παρουσιάζεις κενά. Δεν έχεις ακόμα το ανάλογο παρόν ως χαρακτήρας. Τα προβλήματα λύνονται στον χρόνο και με τη μορφή που προκύπτουν. Η φωτιά με τη φωτιά, το συναίσθημα με το συναίσθημα.
Jack: Αυτό που λες είναι πως στη ζωή πρέπει να μάθουμε να πληρώνουμε με το ίδιο νόμισμα. Τι να σου πω. Ίσως και να έχεις δίκιο. Προς το παρόν ας ολοκληρώσουμε το γλυκό και μπορούμε να αποχωρήσουμε.
Η Vanessa αρπάζει το περιοδικό και αρχίζει να το ξεφυλλίζει. Ο Jack ολοκληρώνει τον καφέ του και αρχίζει την αυτοκριτική του.
Jack: Ίσως γιατί όποτε είχα πρόβλημα είχα μάθει να φεύγω και να ετεροκαθορίζομαι αγνοώντας ότι η ζωή είναι μία και μάλιστα μικρής διάρκειας. Ποια είναι η ιστορία του ανθρώπου όταν αυτός είναι φτερό στον άνεμο; Ίσως το μυστικό της φιλίας να έγκειται στην αυτοεπίγνωση.
Vanessa: Όταν ξεκινάς μία συζήτηση μάθε να την ολοκληρώνεις…
Ο Jack και η Vanessa κάθονται για μερικά λεπτά αμίλητοι. Μόλις η Vanessa πιει την τελευταία γουλιά σηκώνονται και φεύγουν από το μαγαζί.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

Η Αλίκη & Το Εργαστήριο Παιχνιδιών

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Κατόπιν ωραιοποιημένων και μεγαλοποιημένων σκέψεων γύρω από την πραγματικότητα του εμπορίου και των αγορών, η Αλίκη προσλαμβάνεται ως πωλήτρια στο εργαστήριο παιχνιδιών του Λάρρυ. Ένα μαγαζί που σφύζει από ζωή και από κυκλοφορία και που τώρα, απαρχές της περιόδου των Χριστουγέννων έχει εξαιρετικές προσφορές και πολλά νέα παιχνίδια. Η Αλίκη μαγεύεται από το περιβάλλον το οποίο περιλαμβάνει τα μολυβένια στρατιωτάκια, κούκλες και μαριονέτες, τα αλογάκια και τα ξωτικά, τρενάκια, ήρωες των παραμυθιών αλλά και νεράιδες, μία παιχνιδοκατασκευή όπως το χωριό του Άη Βασίλη, τη Χιονάτη και τους 7 νάνους αλλά και πολλά άλλα παιχνίδια και κατασκευές με τα οποία παιδιά και μεγάλοι απολαμβάνουν το χρόνο τους ειδικά τώρα τις γιορτές. Ο Λάρρυ είναι ιδιοκτήτης της επιχείρησης, συγγραφέας επιτυχημένων παραμυθιών και μάλιστα με πλούσια καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά ενδιαφέροντα. Η επαγγελματική και κοινωνική ζωή στο μαγαζί φαντάζει ιδανική έως ότου η Αλίκη αρχίζει να ανακαλύπτει έναν αλλόκοτο μαγικό κόσμο. Το βράδυ τα παιχνίδια ζωντανεύουν και μπαίνουν σε διαλόγους με την Αλίκη. Οι ήρωες αυτονομούνται και έξαφνα όλος ο χώρος μετατρέπεται σε μία υπέροχη Παραμυθούπολη με την οποία η Αλίκη αλληλεπιδρά, επικοινωνεί και μαθαίνει πολλά νέα πράγματα. Αρχικά δεν συζητάει κάτι στο Λάρρυ ο οποίος δεν γνωρίζει ότι τα παιχνίδια ζωντανεύουν, αλλά εκδηλώνει φιλική πρόθεση απέναντί του, η οποία σύντομα θα μετατραπεί σε ερωτική…! Ένα απόγευμα μετά το κλείσιμο του μαγαζιού η Αλίκη μένει μόνη της στο χώρο ώστε να ολοκληρώσει κάποιες εργασίες ρουτίνας με τον υπολογιστή και την ταμειακή μηχανή. Και τότε ο μαγικός αυτός κόσμος ξυπνάει.
- Καλωσόρισες σε μας. Είμαστε ο κόσμος των παιχνιδιών, λένε τα μολυβένια στρατιωτάκια.
- Είμαστε τα παιχνίδια σου, φωνάζουν τα αλογάκια και τα ξωτικά.
- Είμαστε τα δικά σου παιχνίδια, λένε ήρωες των παραμυθιών που έχουν γίνει κούκλες.
- Θα παίξεις μαζί μας; Έλα κοντά μας, συνεχίζει η Χιονάτη δίπλα στους 7 νάνους.
Η Αλίκη έχοντας μείνει εμβρόντητη από το ζωντάνεμα των παιχνιδιών δεν μπορεί να βγάλει μιλιά. Παρακολουθεί με δέος τα παιχνίδια να ζωντανεύουν και να τις μιλούν έως ότου μία νεράιδα της δίνει να πιει ένα φίλτρο με το οποίο μπορεί και αλλάζει μέγεθος.
Γίνεται μία σπιθαμή ίσα με το μπόι των παιχνιδιών και των ηρώων ώστε να μπει στον κόσμο τους και να ζήσει μαζί τους.
- Ο Λάρρυ μας έφερε εδώ, αρχίζει μία μαριονέτα.
- Είναι ο ιδιοκτήτης, φωνάζει το λιοντάρι.
- Είναι ο δικός μας άνθρωπος αλλά μας κακομεταχειρίζεται, μπαίνει στη μέση η νεράιδα ώστε να συνεχίσει την κουβέντα, και αμέσως πλησιάζει την Αλίκη.
Με μία κίνηση με το μαγικό της ραβδί σχεδιάζει ένα κύκλο στο χώρο με αστερόσκονη και αποκρίνεται στην Αλίκη, δες αυτό!
Έξαφνα ο χώρος αλλάζει και η Αλίκη αποκτάει ενόραση στιγμών της προσωπικής ζωής του Λάρρυ τόσο μέσα στο μαγαζί όσο και στο σπίτι του με την αδερφή του.
- Λάρρυ, δεν χρωστάς εξηγήσεις σε κανέναν, του λέει η Έμμα.
Ο Λάρρυ περήφανος για τα επιτεύγματά του και τον κόσμο που προσεγγίζει μέσα από τις ασχολίες του και τα ενδιαφέροντά του, εδώ και 9 χρόνια από το ξεκίνημα του μαγαζιού αγνοεί τα λόγια της αδερφής του. Έρχεται αντιμέτωπος με τις αντιφάσεις του, τα άγρια ένστικτά του αλλά και τα ψυχολογικά του ξεσπάσματα.
- Τον αγαπάμε, συνεχίζει η Νεράιδα.
Όμως τα παιχνίδια έχουν και μάτια και συναισθήματα και πληγώνονται από τη συμπεριφορά του Λάρρυ.
- Τα κρίνει όλα με βάση το έχειν και το λαμβάνειν, συνεχίζει ο χνουδωτός σκίουρος και ξαναανεβαίνει στο δέντρο του δίπλα στο ράφι για να ξεκουραστεί.
Η Αλίκη έχει 2 μήνες στο μαγαζί στους οποίους έχει περάσει τον περισσότερο χρόνο της με το Λάρρυ και τους πελάτες του, βγαίνουν μαζί, πίνουν καφέ και έχουν γίνει φίλοι. Έχουν αποκτήσει μία περίοπτη οικειότητα και έτσι τα βράδια που τα παιχνίδια ζωντανεύουν και η Αλίκη κάθεται μόνη της στο μαγαζί, της μιλούν όλο και περισσότερο για αυτόν, για το χαρακτήρα του και τις ιδιοτροπίες του αλλά και για το πόσο πληγώνονται από τη συμπεριφορά του.
- Είναι ο δικός μας άνθρωπος, λέει η Χιονάτη και έξαφνα η Αλίκη αισθάνεται ένα σκίρτημα μέσα της γι αυτόν, η καρδιά της χτυπάει δυνατά αλλά αποσύρεται δίπλα στο ταμείο για να ολοκληρώσει τη δουλειά με την ταμειακή μηχανή. Δίπλα σε αυτή υπάρχει μία κρυστάλλινη σφαίρα. Η Αλίκη κοντοστέκεται, αρχίζει να την πιάνει και να την χαϊδεύει και έξαφνα αυτή αλλάζει χρώμα, γίνεται διάφανη και μέσα στη μαγεία της Παραμυθούπολης αρχίζει και προβάλλει εικόνες στο εσωτερικό της, όπως οι κρυστάλλινες σφαίρες των μαγισσών.
- Δες αυτό, αποκρίνεται η Νεράιδα και χτυπάει με το ραβδί της τη σφαίρα.
Έξαφνα η Αλίκη βλέπει το Λάρρυ στο σπίτι του σε μία συζήτηση με την Έμμα. Οι τόνοι έχουνε ανέβει και ο Λάρρυ αρχίζει και αποδίδει κατηγορίες στο ευρύτερο περιβάλλον μιας και δεν συμμερίζονται όλοι το προφίλ του, τις συζητήσεις του αλλά και τα ενδιαφέροντά του.
- Λάρρυ, μιλάς με τόσους ανθρώπους από τη δουλειά σου, τα ενδιαφέροντά σου και τα βιβλία σου. Περιμένεις όλοι αυτοί να συνδεθούν και μεταξύ τους και να ακολουθήσουν τους όσους θα φέρουν την όποια αντίρρηση σε κάτι; Παραλογίζεσαι σε παρακαλώ…
- Είμαστε μαζί, οφείλουν να με αναγνωρίσουν, επανέρχεται ο Λάρρυ απότομα και της κλείνει αμέσως την πόρτα του γραφείου του.
Η Αλίκη ζει τις βραδινές αυτές στιγμές των παιχνιδιών βδομάδες τώρα και σιγά σιγά τα συναισθήματά της ξεκαθαρίζουν. Μαζί με τα πρωϊνά που όλοι έχουν δουλειά και τα παιχνίδια γίνονται ξανά άψυχα και ακίνητα, αρχίζει να τον ερωτεύεται, να πλησιάζει περισσότερο δίπλα του όταν αυτός της μιλάει και να τον κοιτάει στα χείλια.
Όμως αργά τα απογεύματα τα παιχνίδια αποκτούν ζωή, γίνονται αλλόκοτα μερικές φορές και προσπαθούν να της αποκαλύψουν τη βίαιη συμπεριφορά του.
Ένα βράδυ το πνεύμα των Χριστουγέννων παρασύρει την Αλίκη σε ένα όραμα. Εκεί έξαφνα η Αλίκη βλέπει το Λάρρυ να ξεσπάει στα παιχνίδια σπάζοντας κάποια από αυτά, χάρη σε κάποια υποτυπώδη οικονομικά προβλήματα του μαγαζιού.
Τα παιχνίδια είναι ευαίσθητα, πληγωμένα και βρίσκονται σε αδιέξοδο.
- Είμαστε τα δικά σας παιχνίδια, λένε ξανά οι ήρωες των παραμυθιών παροτρύνοντας την Αλίκη να πλησιάσει το Λάρρυ περισσότερο.
Τότε η Αλίκη αποφασίζει να κάνει ένα πείραμα. Θα μιλήσει στο Λάρρυ, θα του πει ότι τα παιχνίδια είναι ζωντανά και θα πιουν το μαγικό φίλτρο αλλαγής μεγέθους μαζί. Έτσι θα μπουν και οι δυο τους στον κόσμο των παιχνιδιών, ευελπιστώντας να αγγίξει την καρδιά και την ψυχή του Λάρρυ και να προσπαθήσει να τον μαλακώσει και να τον αλλάξει. Πως όμως θα τον πείσει και πως θα γίνει αυτό;
- Άσε τις ανοησίες, πετάγεται ο Λάρρυ δύο μέρες αργότερα όταν η Αλίκη του έχει αποκαλύψει το μυστικό των παιχνιδιών. Είναι κούκλες και κατασκευές και τίποτα παραπάνω.
Η Αλίκη αφού συνειδητοποιεί την αντίστασή του αποφασίζει την επόμενη μέρα λίγο πριν κλείσει το μαγαζί να ρίξει το φίλτρο στον απογευματινό του καφέ. Μόλις το μαγαζί κλείνει και έχουν αποφασίσει να μείνουν και οι δύο μέσα για να ολοκληρώσουν κάποιες λογιστικές εκκαθαρίσεις στον υπολογιστή, η Αλίκη κολλάει επάνω του, του δίνει ένα καυτό φιλί στο στόμα και του λέει:
- Θες να σου φτιάξω καφέ;
Ο Λάρρυ έκπληκτος από το θάρρος της και το φιλί, ξαναπλησιάζει κοντά της, ξαναφιλιούνται και τότε της αποκρίνεται.
- Ναι φτιάξε μου ένα.
Δέκα λεπτά αργότερα έχουν καθίσει και οι δύο τους στο γραφείο και ετοιμάζονται να απολαύσουν τον καφέ. Πίνουν σχεδόν ταυτόχρονα την πρώτη γουλιά και έξαφνα αλλάζουν μέγεθος και γίνονται ένα με τον κόσμο των παιχνιδιών.
- Τι μου συμβαίνει; Τι έκανες; συνεχίζει ο Λάρρυ με κομμένη την ανάσα.
- Θέλω να ζήσεις μέσα στον κόσμο που χτυπάς και πληγώνεις, λέει η Αλίκη γυρίζοντας το κεφάλι της από την άλλη. Πιάνει το χέρι του Λάρρυ και αρχίζουν να περπατούν μαζί στο εργαστήριο παιχνιδιών.
Τα παιχνίδια δεν έχουν ανταποκριθεί αυτόματα. Μην γνωρίζοντας τις κινήσεις της Αλίκης στο Λάρρυ, παραμένουν ακίνητα και άψυχα. Για μια στιγμή η Αλίκη κοντοστέκεται σκεπτόμενη μήπως δεν έπρεπε να σμικρυνθούν μαζί μιας και τα παιχνίδια στον Λάρρυ είναι ακριβοδίκαια. Δεν του αποκαλύπτονται άμεσα.
Τριγυρίζουν για λίγο στο χώρο έως ότου και οι δυο τους πέσουν πάνω στο ημερολόγιο του μαγαζιού που έχει πέσει στο πάτωμα. Εδώ και 3 βδομάδες η Αλίκη παρακολουθεί τα παιχνίδια να ζωντανεύουν και τώρα έχουν πλησιάσει σχεδόν τα μέσα Δεκέμβρη. 16 Δεκεμβρίου αναγράφεται στο ημερολόγιο και δίπλα σε αυτό βρίσκεται το έλκηθρο με τους τάρανδους του Άη Βασίλη.
- Θες να μου πεις κάτι; λέει ο Λάρρυ στην Αλίκη καθώς συνεχίζει να περπατάει γύρω στο χώρο.
- Θέλω να κάνεις μία ευχή για φέτος τα Χριστούγεννα και να γνωρίσεις τον κόσμο που δημιούργησες.
Ανυπόμονη η Αλίκη για το πότε τα παιχνίδια θα ζωντανεύσουν πλησιάζει ένα μαγικό λυχνάρι και ξαναθυμάται τα λόγια τους.
Είμαστε ο κόσμος σου. Είμαστε τα δικά σου παιχνίδια. Έξαφνα ο πολυέλαιος του μαγαζιού ανάβει, ο χώρος γεμίζει με χρώματα, από το πικάπ ακούγεται μία απαλή μουσική, το τρενάκι μπαίνει σε λειτουργία και τα παιχνίδια αρχίζουν να ζωντανεύουν και να χορεύουν. 
Ο Λάρρυ παρακολουθεί άφωνος καθώς η Αλίκη κοιτάζει μία αυτόν και μία τα παιχνίδια για να εκμαιεύσει τα συναισθήματά του και τις αντιδράσεις του.
Καθώς περιτριγυρίζουν για λίγο ακόμη το χώρο, οι κούκλες και οι μαριονέτες έχουν βαλθεί να δουν το Λάρρυ και την Αλίκη μαζί.
- Γίνεσαι βίαιος, του λένε με παράπονο, αλλά νομίζουμε ότι ο κόσμος αυτός είναι φτιαγμένος για σένα.
Έξαφνα τον πλησιάζει μία νεράιδα και του δίνει στο χέρι υπολείμματα από σπασμένες κούκλες και σπασμένες κατασκευές.
- Μπορείς να μας καταλάβεις; του λέει.
Ένα δάκρυ κυλάει στο μάτι του Λάρρυ όταν αυτός ξεκινάει μία συζήτηση με την Αλίκη, ένα χείμαρρο συνειδήσεων που μέλλεται να του αλλάξει το χαρακτήρα.
Συζητούν για τους φίλους του, για τα παραμύθια και τα βιβλία του, για τους ανθρώπους που τον πλησιάζουν και εκεί είναι που ο Λάρρυ καταλαβαίνει ότι γίνεται νάρκισσος και παράλογα κτητικός.
- Ένας άνθρωπος που τα έχει καλά με τον εαυτό του δεν κατηγορεί κανέναν και δεν ξεσπάει στο έργο του, αποκρίνεται η Αλίκη.
Ο Λάρρυ βρίσκεται μετέωρος ανάμεσα στον κόσμο της ύλης και τον κόσμο του πνεύματος. Όμως τα λόγια των παιχνιδιών, αυτός ο υπέροχος κόσμος αλλά και οι συγκίνησή του, σήμερα έχουν ακουμπήσει ευαίσθητες χορδές.
- Τραγούδησε μαζί μας, του λένε τα ξωτικά.
- Θέλεις να συζητήσουμε; αποκρίνεται η καλή νεράιδα.
Αφού ο Λάρρυ περάσει μία μαγική βραδιά στο μαγαζί του, με τραγούδια, συζητήσεις και παιχνίδια, αμέσως μετά αυτός και η Αλίκη πίνουν ξανά το φίλτρο και μεγαλώνουν. Τα παιχνίδια χάνουν τη βιολογική τους συνείδηση και επαναφέρονται στα σημεία τους, άψυχα πλέον και ακίνητα. Ο Λάρρυ και η Αλίκη φεύγουν να πάνε στα σπίτια τους. Αφού φιληθούν αποχωρούν και η πόρτα του μαγαζιού κλείνει.
Την επόμενη μέρα ο Λάρρυ δυσκολεύεται να σηκωθεί από το κρεβάτι του. Πλέον ερωτευμένος αλλά και αλλαγμένος, αφού σηκωθεί, πλένεται, ντύνεται, φτιάχνει καφέ και κάθεται στο γραφείο του σαν να ετοιμάζει το επόμενο βιβλίο του. Πιάνει ένα στυλό και γράφει στο λευκό χαρτί: Η Αλίκη & Το Εργαστήριο Παιχνιδιών.

Μεταφορά του παραμυθιού σε ελλειπτικό, μεταφορικό λόγο και λιγότερο ποιητικό

Παιχνίδια και παραμύθια σε μία αρμονική εναλλαγή
Η έκφραση μέσα από την τέχνη και τη συγγραφή
Τα μολυβένια στρατιωτάκια ξεπηδούν στο χώρο
Οι κούκλες και οι μαριονέτες
Ήρωες και ανθρώπινοι χαρακτήρες
Ο Λάρρυ και η Αλίκη δουλεύουν μαζί
Οι θρύλοι ζωντανεύουν
Στο εργαστήριο παιχνιδιών

Αποκτούν μορφή και συναισθήματα
Σκέψεις και ευαισθησίες
Μέτοχοι της βίας του ιδιοκτήτη
Της ματαιοδοξίας των προθέσεων
Του ναρκισσισμού των λέξεων
Της εγωκεντρικότητας του ανθρώπου
Υπάρχει διακύβευμα
Κύκλος

Το πώς ορίζει κανείς τη ζωή του
Ή δεν την ορίζει
Ομόκεντροι κύκλοι
Ισορροπία, πίστη στο Σύμπαν
Τα παιχνίδια ζωντανεύουν και ξεκινούν διαλόγους
Πληγωμένα, ευαίσθητα, σε αδιέξοδο
Θέλουν τον Λάρρυ
Είναι ο κόσμος του

Δεν τα έχει βρει με τον εαυτό του
Ξεσπάει σε αυτά
Τα παιχνίδια μιλούν με την Αλίκη
Να τον πλησιάσει και να τον γνωρίσει
Να τον αλλάξει, να αγγίξει χορδές
Να τον ερωτευτεί
Να γνωρίσει τον κόσμο που πληγώνει
Περνούν χρόνο μαζί

Μαγεία
Πίνουν μαζί το φίλτρο
Το φίλτρο που θα τους βάλει στον κόσμο των παιχνιδιών
Να παίξουν, να χορέψουν, να τραγουδήσουν
Μα πάνω απ’ όλα να ευαισθητοποιηθούν
Να παιδευτούν, να ερωτευτούν
Να αλλάξει αυτός
Μετέωρος ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα

Πάντα επί το έργω
Ποτέ επί ανθρώπων, με τόλμη αλλά χωρίς αρετή
Με την τόλμη προτού αποκτηθεί η αρετή
Δώρο και ανάθεμα
Φωτιά σε χέρια παιδικά
Ο Λάρρυ στο εργαστήριο παιχνιδιών
Μία καλή νεράιδα τον πλησιάζει
Του δίνει στα χέρια αυτά που έσπασε

Ένα δάκρυ κυλάει από το μάτι του
Σκληρός αλλά κατά βάθος ευαίσθητος
Χείμαρρος συνειδήσεων
Ορμητικός, με σύντροφο την Αλίκη
Είμαστε ο κόσμος σου, είμαστε τα δικά σου παιχνίδια
Η βραδιά ολοκληρώνεται
Τα παιχνίδια ξανά άψυχα και ακίνητα
Ο Λάρρυ και η Αλίκη μαζί

Την επόμενη μέρα ξυπνάει
Ερωτευμένος, δυσκολεύεται να σηκωθεί
Πλένεται, ντύνεται, φτιάχνει καφέ
Κάθεται στο γραφείο του σκεπτικός
Σαν να ετοιμάζει το επόμενο βιβλίο του
Πιάνει το μολύβι και το χαρτί
Γράφει
Η Αλίκη και το εργαστήριο παιχνιδιών

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

Η ιστορία του Άγγελου

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Με λένε Άγγελο, είμαι 40 ετών και θα σας διηγηθώ μία ιστορία και ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετώπισα κατά τη διάρκεια της δημιουργικής μου πορείας τα τελευταία 9 χρόνια. Τα πρώτα χρόνια της επιχειρηματικής μου δραστηριότητας αποφάσισα να αναζητήσω μανιωδώς ‘απαντήσεις’ σε πολλά από τα θέματα που με αφορούσαν. Έχασα το κέφι μου και τη χαρά μου. Κατέληξα σήμερα πλέον πως κάποια πράγματα δεν μπορούν να διδαχθούν και ενώ πολλά προβλήματα και θέματα είναι κοινά και ενδιαφέροντα για αρκετούς, οι λύσεις και οι απαντήσεις στις οποίες έφθασα είναι ατομικές και προσωπικές. Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ήμουν πολλά πράγματα αλλά δεν ήμουν πάντοτε σκληρός εκεί που έπρεπε. Ήμουν ο άνθρωπος χταπόδι που θέλει να έλκει, να απλώνει το πλοκάμι του και να προσελκύει, αν νομίζει ότι μπορεί να το κάνει. Λίαν συντόμως άρχισα να βιώνω σταδιακά την απότομη και άγρια πραγματικότητα ανατροπής της χίμαιρας που είχα δημιουργήσει. Άνθρωπος εξωστρεφής και με διάθεση για κοινωνική εμπλοκή, ποτό και διαδικτυακά παιχνίδια και συχνά με ασαφείς και απόλυτες κινηματογραφικές διαθέσεις, αισθάνθηκα για ένα χρονικό διάστημα ότι ήμουν αιώνιος. Ότι τίποτε άλλο δεν μετρούσε και ότι η ιδέα ποτέ δεν πεθαίνει. Έμαθα τελικά ότι πέφτει ο άνθρωπος και απλά αυτός ξανασηκώνεται και μπορεί και τη μετασχηματίζει για να μην πεθάνει. Η απώλεια μου υπήρξε χαρακτηριστική. Έχανα σχέσεις μιας και αυτοί στους οποίους δεν άρεσαν οι δικοί τους φίλοι δεν παραδεχόντουσαν το δικό μου αγώνα. Το όνειρο της μεγάλης αλλαγής προσωρινά είχε λάβει τέλος. Υπήρξε ένα συναίσθημα κλειδί το οποίο από την πρώτη μέρα κλυδωνιζόταν, ελπίδα. Κάθε φορά που εγώ βρισκόμουν σε κατάσταση νιρβάνας η ελπίδα υπήρχε και κάθε φορά που δοκιμαζόμουν, χανόταν. Και κάποια στιγμή χάθηκε τελείως. Η επιχειρηματική μου δραστηριότητα σταμάτησε και το μεγάλο μου όνειρο δεν ήταν πια όνειρο. Ευτυχώς όμως για τη μετέπειτα επιμονή μου, κάπου εδώ αρχίζει η ιστορία μου. Η απώλεια ενός συμπλέγματος καταστάσεων, συναισθημάτων και ασαφούς λογικής με κάνουν πλέον να λέω το γνωστό απόφθεγμα, αυτό που η κάμπια ονομάζει τέλος του κόσμου, ο δημιουργός το ονομάζει πεταλούδα. Οι πρώτοι μήνες αν και μπόρεσα να απελευθερωθώ από τις πιέσεις και να σκεφτώ άλλα πράγματα ήταν άβολοι. Αρνούμουν να δεχτώ ότι δεν μιλάω με τα άτομα που μιλούσα και περιστασιακά μπήκα σε μία λογική επαναφοράς σε μηδενικό χρόνο, λες και ήμουν ακόμα φοιτητής, δήθεν χωρίς εμπειρία και αδαής για το πως λειτουργεί ο κόσμος. Δεν συνειδητοποιούσα ότι δεν μπορείς να έχεις ένα βιογραφικό φάντασμα. Αυτό όμως έμελλε να αποδειχθεί με διαφορετικές ισορροπίες πολύ αργότερα. Με ενδιαφέροντα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, το έριξα στα βιβλία, στα γραπτά και στην επιστήμη. Η γνώση, όπως και για πολλούς διανοούμενους που λένε ότι κάνουν ψυχανάλυση, είχε συνδεθεί με τη λύπη. Ένας άνθρωπος που πνίγει τον πόνο του στη φιλοσοφία και στο απατηλό όνειρο της πνευματικής ζωής. Αρνούμουν να δεχτώ ότι τα επιτεύγματά μου μπορούσαν να συνεχιστούν. Η αιτία ήταν χαρακτηριστική, πειραματιζόμουν, αρνούμουν τη διόρθωση, αρνούμουν να καταλάβω πώς είχα φθάσει εκεί και αυτό συνεχίστηκε για κάμποσο χρονικό διάστημα. Αισθανόμουν πλέον ελεύθερος αλλά περιστασιακά άφαντος. Ο θυμός ήταν το επόμενο βήμα. Ποια είναι η επόμενη μέρα; Αντιμέτωπος με ανθρώπους και καταστάσεις, φίλους και επαγγελματίες που τι έλεγχο μπορούσαν να κάνουν και πόσα από αυτά που τους έλεγα ήταν ψαγμένα από τους ίδιους, το χάος ολοζώντανο, τι ξέρω εγώ. Αποτέλεσμα, οργή, μίσος, αντίλογος, διόρθωνα τους πάντες, έγινα ένας άνθρωπος όπως εκείνους που μονίμως από κάπου φεύγουν, κοιτάζοντας σε καθημερινή βάση στο διαδίκτυο μπας και τους πέσουν οι λέξεις. Όμως ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και τον νοικοκύρη, μια του κλέφτη δυο του κλέφτη, πόσο πια; Έπρεπε να πιστέψω στις γνώσεις μου και στις δυνάμεις μου και να το κάνω αυτό όταν εγώ θα είμαι το κεφάλι και όχι άλλοι. Άρχισα να χτίζω, να διορθώνω, να δημιουργώ πάνω στο υλικό μου και να προσπαθώ να απλοποιήσω τα πράγματα για το κοινό στο οποίο απευθυνόμουν, ξανά ως διαδικτυακός δημιουργός. Συνειδητά αλλά και υποσυνείδητα είχα αρχίσει πάλι να μιλάω για ιδέες, να παρακολουθώ μαθήματα και να αναζητάω αυτήν την ανώτερη σφαίρα σχετικότητας, να διαπραγματεύομαι ξανά την εμπορικότητα, τη στόχευση αλλά και την οικονομία της γνώσης. Έφτιαξα μάλιστα μία διαδικτυακή σελίδα με πλούσια θεματολογία αλλά και υπηρεσίες μάρκετινγκ δωρεάν, για να τονώσω την επαγγελματικότητα του διαδικτυακού μου περιβάλλοντος. Τουλάχιστον τώρα αυτά θα ήταν και free και κατόπιν χρημάτων, μπορεί, αργότερα. Είχα όμως αρχίσει ξανά να παίζω και να βλέπω τον εαυτό μου στην αληθινή ζωή, αναζητώντας με πιο μεγάλες ιδέες πλέον τη χρυσή τομή. Όμως η κρίση είναι μεγάλη, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να κληθώ να αντιμετωπίσω τόσο το μακρόκοσμο όσο και το μικρόκοσμό μου. Λεπτεπίλεπτες ισορροπίες και λεπτομέρειες δημιουργικότητας και νοημάτων δεν έπρεπε να ξεφύγουν της προσοχής μου και τότε ήμουν κακός σε αυτό, πολύ κακός. Είχαν προηγηθεί πρωτοβουλίες σε πράγματα που πάλι δεν μπορούσα να ελέγξω. Έγινα ξανά Προμηθέας, ο Τιτάνας που ασχολείται με τη δημιουργία του ανθρώπου από πηλό. Κλέβει το δημιουργικό πυρ από τους Θεούς και το χαρίζει στους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να βρεθεί δεμένος σε ένα βράχο με αετούς να του τρώνε το συκώτι σε καθημερινή βάση. Πως μπορεί πιθανόν κάποιος από πρωταθλητής της ανθρωπότητας να οδηγηθεί σε απρόβλεπτες συνέπειες. Είχα εισαχθεί σε ένα στάδιο ψυχολογικά άστατο και έωλο. Ζούσα για την κάθε μέρα, για την επόμενη αναζήτηση, για την επόμενη εξόρμηση, για την επόμενη βόλτα, για την επόμενη καταθλιπτική επικοινωνία με ανθρώπους που δεν γνωρίζουν που αρχίζει κάτι και που τελειώνει. Χρειαζόμουν φίλους μετά την οριστική διακοπή μου με το παρελθόν. Άρχισα να κάνω κινήσεις, να ποντάρω στην εξωστρέφεια και σιγά σιγά να δημιουργώ μία μαγιά που θα μου έλυνε προβλήματα μια και καλή. Όμως αυτά τα πράγματα θέλουν δουλειά και η πορεία είναι συχνά ανηφορική. Πάλι δεν ήμουν σκληρός, πάλι είχα προβλήματα ορατότητας και πάλι έπνιγα τον πόνο μου και την λύπη μου με εναλλακτικές παραλλαγές. Να φύγω, να νικήσω, να τα καταφέρω, αλλά ως τι και με ποιους… Ποια θα ήταν η αντικατάσταση και πόσα πολλά πράγματα και καταστάσεις θα εξαργύρωνα μέχρι να αλλάξω; Μέχρι και σήμερα και σχεδόν από την πρώτη μέρα της δραστηριότητάς μου ακούω μία φωνή μέσα μου που λέει: «Πάρε την εκδίκησή σου Άγγελε!» Έπρεπε όμως να γυρίσω το χρόνο πίσω, ευχή αλλά και ματαιοδοξία. Λες και αν γίνει κάτι μετά από δέκα χρόνια, μπορείς να λες από την πρώτη μέρα, τα ‘λεγα εγώ… Σιγά σιγά το νερό άρχιζε να μπαίνει στο αυλάκι. Η πρόοδος, οι γνώσεις, οι διασταυρώσεις και η αποκτηθείσα εμπειρία πολλαπλασιαζόταν ακριβώς όπως αυτό που λένε στο μάνατζμεντ, το τρενάκι της αλλαγής. Μία καμπύλη που ξεκινάει από ψηλά, κατεβαίνει και ξανασηκώνεται ώστε οι τελικοί στόχοι να είναι το ίδιο φιλόδοξοι με τους αρχικούς κατόπιν καμπύλης. Πλέον το Όνειρο Της Μεγάλης Αλλαγής θα γινόταν αντιληπτό, κατανοητό αλλά και πλήρως διευκρινισμένο. Πιο καλά να χαθεί μία ιδέα παρά πολλά περισσότερα. Θα άλλαζα εγώ αλλά και ο τρόπος με τον οποίο γινόταν κατανοητός ο κόσμος μου, απλοποιημένος αλλά το ίδιο φιλόδοξος. Σε κάθε περίπτωση αναζητούσα το πεπρωμένο μου, τις κλίσεις μου και μέχρι σήμερα δεν έχω διαψευσθεί. Μακάρι να συνεχίσω έτσι!

Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Ψυχολογικές επιχειρήσεις στον 21ο αιώνα

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Ψυχολογικές επιχειρήσεις: Κερδίζοντας τον πόλεμο με την επικοινωνία. Συνδέονται με τις επιστήμες συμπεριφοράς και τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας.
Λεωνίδας, μάρτυρας της πραγματικότητας των ψυχολογικών επιχειρήσεων στην ψηφιακή κοινωνία του 21ου αιώνα αλλά και σε θέματα ευρύτερου εκφοβισμού, παρενοχλήσεων και επιθέσεων όπως για παράδειγμα στα σχολεία.
Οι ψυχολογικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούνται από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι προσχεδιασμένες και αποσκοπούν στο να επηρεάσουν τα συναισθήματα, τα κίνητρα, την αντικειμενική κρίση και τελικά τη συμπεριφορά ομάδων ή ακόμη και μεμονωμένων ατόμων. Θεωρούνται παράγοντας προστασίας των φίλιων δυνάμεων ή και πολλαπλασιαστής ισχύος. Αν και προέρχονται κυρίως από το χώρο του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών, γύρω από θέματα όπως ασφάλεια, ηλεκτρονικό έγκλημα, διαφθορά, συμβάλλουν στην ψυχολογική βία, στην παρενόχληση και στον εκφοβισμό του άλλου είτε αυτό επιτυγχάνεται με βίαια μέσα είτε όχι.
Προέλευση των δεινών του θύτη (στις εκτός όπλων πρωτοβουλίες) μερικές φορές είναι η έλλειψη αυτογνωσίας και η αθέμιτη ιδιοποίηση στερεοτύπων, σχημάτων και μίας μεγαλοποιημένης καθημερινότητας ώστε να φαίνεται ότι το άτομο κάνει μεγάλη ζωή, τη στιγμή που δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα απαραίτητα. Γίνονται συχνά συνειρμοί για την αναπαραγωγή μίας αριστοκρατίας, χώρων, τα οποία σε τελική βάση ευνόησαν τα σχέδιά μου. Σύμφωνα με θέματα χρωματολογίας αλλά και διακόσμησης χώρων, συχνά τα βασίλεια, τα ξενοδοχεία που φιλοξενούν τζέντλεμαν στην Αγγλία ακόμα και οι ακριβοί νεοκλασσικοί χώροι και κάποιες ταπετσαρίες βρίσκονται στις αποχρώσεις του κόκκινου και του πορτοκαλοκίτρινου. Ο άνθρωπος αποκτάει μία φωτογραφική μνήμη της επαγγελματικής και κοινωνικής πραγματικότητας, ένα φωτογραφικό δείγμα που συχνά τον καταδυναστεύει και τον απειλεί όταν προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί προσωπικά.
Δεδομένου ότι μερικές φορές η ψυχολογική βία είναι πολύ χειρότερη από τη σωματική, το άτομο που τη διαπράττει συχνά κινητοποιείται από οικονομικά προβλήματα. Συμπλέγματα παρενοχλήσεων και εκφοβισμού συναντώνται και στα σχολεία. Επιθέσεις από αλητεία και αναρχικούς στο χώρο των σχολείων, συναντώνται όχι γιατί αυτός είναι ο επιτιθέμενος αλλά γιατί πχ θέλουν χρήματα. Πολλές άλλες φορές η ψυχολογική βία είναι συνάρτηση παλαβών κοσμοθεωριών. Ο άνθρωπος είναι το κέντρο του κόσμου, όλοι συνωμοτούν, όλοι τα έχουν βάλει με τα φτερά του, συχνά επηρεαζόμενος από ταινίες επιστημονικής φαντασίας του Χόλυγουντ μπαίνοντας στο ρόλο των ηθοποιών. Έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του κινηματογραφικά κόλπα. Έχει πειστεί για τα καλά ότι οι διαδικτυακές ροές τις οποίες παρακολουθεί είναι φιλικές. Γίνεται και αυτός μέτοχος ενός συγγραφικού αντάρτικου, το οποίο ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του συντάκτη, άλλους τους απογειώνει, άλλοι εξαφανίζονται από τη βεντέτα και υπάρχουν πολλές ενδιάμεσες περιπτώσεις. Που οφείλονται λοιπόν όλα αυτά? Δικαιώματα, ανδρισμός, εμμονές. Δεν τα έχει? Έχουν μετατρέψει τον πολιτισμό και την ιδιοποίηση της πληροφορίας του ίντερνετ σε απόρρητα δεδομένα! Αυτός είναι ο κόσμος τους. Πληροφορίες που θα έπρεπε να επικοινωνούνται διαφορετικά και να είναι ανοιχτές και επιθυμητές σε όλους, μετατρέπονται με τεχνολογικά τερτίπια σε κείμενα απευθυνόμενα σε μία τραγική μειοψηφία. Αυτόματα οι άνθρωποι αρχίζουν να στερούνται τα αυτονόητα. Είναι σαν να θες να διαφημίσεις τον πύργο του Άιφελ και ο άλλος να σου λέει δεν το ξέρω.
Η βάση λοιπόν της ψυχολογικής βίας μπορεί κάλλιστα να ξεκινήσει και από ψυχολογικές επιχειρήσεις συντακτών, στο ευρύτερο πλαίσιο της παρενόχλησης, του εκφοβισμού και των επιθέσεων. Συχνά ανώνυμα, κανένας δεν λέει είμαι εγώ και συχνά χωρίς καν ιστοσελίδα. Αναφερόμενοι στην κοινωνική δικτύωση και στο Blog, η απόκτησή του δίνει το δικαίωμα σε έναν που εκφοβίζεται ή ενοχλείται να κάνει αναφορά κατάχρησης ιστολογίου. Μιας και το υλικό του ίντερνετ και το documentation των ιστοσελίδων είναι χαοτικό και πχ δεν μπορεί να επικοινωνηθεί σε μία συζήτηση δύο λεπτών, συχνά μία φαντασιακή πραγματικότητα ανασφαλειών, φόβου, συγκρούσεων, μεταφέρεται στην καθημερινότητα του ανθρώπου και στην αλληλεπίδρασή του με άλλους. Σώστε το διαλογισμό σας… Αναφέρομαι σε αυτό που λένε οι επιστήμονες αλληλεπίδραση ανθρώπου υπολογιστή και που όταν ένας άνθρωπος δεν μπαίνει στη λογική να χτίσει, να δημιουργήσει και να πολλαπλασιάσει, εντός και εκτός ίντερνετ, μακροπρόθεσμα χρειάζεται οδηγίες… Μα πάνω απ’ όλα οι ψυχολογικές επιχειρήσεις στηρίζονται σε λεπτά ζητήματα που αφορούν τους ανθρώπους, που όλοι τα γνωρίζουν, όλοι τα έχουν ζήσει, λίγοι όμως παίρνουν την πρωτοβουλία να τα ονομάσουν και να τα διαχειριστούν. Πράγματα με τα οποία ο παγκόσμιος ιστός αν ψάξεις και αν ανατρέξεις είναι γεμάτος, στους όρους υπηρεσιών και πολιτική περιεχομένου των υπηρεσιών και όχι μόνο. Τελικά το ίντερνετ που εφευρέθηκε για να μας ενημερώνει παγκοσμίως και να μας ανοίγει τα μάτια σε σχέση με τις αρλούμπες των πολιτικών και την παραπληροφόρηση και στράτευση πολλών άλλων μέσων, εγκυμονεί κινδύνους για ανθρώπους ανενημέρωτους και για ανθρώπους που δεν προσέχουν που μπαίνουν ή ποιους συμβουλεύονται. Οι προεκτάσεις των ψυχολογικών επιχειρήσεων στο ίντερνετ μπορεί να προκύψουν και εκτός ίντερνετ, ηλεκτρονικό έγκλημα, διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος, αντιεξουσιαστές, εθνική ασφάλεια και άλλα είναι μερικά από τα θέματα τα οποία δημοσιογράφοι έχουν παρουσιάσει σε εκπομπές με κατακόρυφο ενδιαφέρον και με θέμα την τεχνολογία και τους Hacker. Ο απλός Έλληνας λοιπόν ασχολείται με το ξεροκόμματό του. Να μην ενδιαφερθεί για το περιβάλλον, να μην ενημερωθεί, να μην διαβάσει, να μη συζητήσει, να μην αλλάξει τρόπο ζωής. Είναι δαιμονοποιημένο το ίντερνετ σήμερα? Όχι! Οι ρυθμοί με τους οποίους εξελίσσεται η τεχνολογία είναι ασύλληπτοι. Οι συνδεσιμότητες είναι το πρόβλημα, οι σχέσεις, το παρελθόν και το μέλλον ορισμένων. Ακόμα και στην πολιτική, την ηγεσία καλή ή κακή μίας χώρας, λένε η πολιτική μνήμη έχει διάρκεια 6 μήνες. Κατ’ αντίθεση ο μεμονωμένος χρήστης μπορεί να θυμάται μία πραγματικότητα του άλλου πριν από χρόνια, κάτι με το οποίο θίχτηκε, τι επιθέσεις δέχτηκε, και να νομίζει ότι μπορεί να σε κυνηγάει για όλη σου τη ζωή. Είναι και αυτά μοχλοί ψυχολογικής βίας. Επιλύσιμες μέθοδες; Μόνο αν κανείς διαβάσει ανάμεσα στις γραμμές (reading between the lines). Βέβαια, το κόκκινο είναι το χρώμα του πάθους, θετικό και αρνητικό. Που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος από τα πάθη του, τις αδυναμίες του και την ανικανότητα διαχείρισης και άμεσης αντιμετώπισης σύνθετων ζητημάτων. Όμως όλα αυτά, ο ανταγωνισμός, η πρόκληση, η βεντέτα, δεν είναι θέματα που θα έπρεπε να μπορούν να επηρεάζουν τον ορθολογικό, ενημερωμένο και μορφωμένο χρήστη. Όταν ο άλλος θέλει να σε εκμεταλλευτεί, πρέπει να αποκτήσει κάποια πατήματα. Η αλλαγή λοιπόν της μεθόδου με την οποία δημιουργούμε όπως επίσης και η πρόβλεψη της θεματολογίας κάνουν τον άνθρωπο να λέει, καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται…

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Η γλώσσα που δεν κόπηκε, του Ελίας Κανέτι

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Από τον πρώτο ομώνυμο τόμο της αυτοβιογραφίας του, Νομπελίστας, ένα απόσπασμα με τίτλο "Η πιο παλιά μου ανάμνηση". Υπάρχει ένα κυρίαρχο χρώμα, το κόκκινο, αλλά και πολύ βία.

"Η πιο παλιά μου ανάμνηση είναι βουτηγμένη στο κόκκινο. Στην αγκαλιά ενός κοριτσιού περνάω ένα κατώφλι, το πάτωμα μπροστά μου κόκκινο, και στ' αριστερά μου μια σκάλα, κόκκινη κι αυτή. Απέναντί μας, στο ίδιο ύψος, ανοίγει μία πόρτα και βγαίνει έξω ένας χαμογελαστός άντρας που έρχεται προς το μέρος μου φιλικός. Με πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής, στέκεται και μου λέει: "Δείξε τη γλώσσα σου!" Εγώ βγάζω έξω τη γλώσσα, εκείνος χώνει το χέρι στην τσέπη του, βγάζει ένα σουγιά, τον ανοίγει και φέρνει τη λεπίδα πολύ κοντά στη γλώσσα μου. Λέει: "Τώρα θα του την κόψουμε τη γλώσσα". Εγώ δεν τολμάω να την τραβήξω, εκείνος πλησιάζει όλο και περισσότερο, σε λίγο θα την ακουμπήσει με τη λεπίδα. Την τελευταία στιγμή τραβάει το μαχαίρι, λέει: "Όχι σήμερα, αύριο". Ξανακλείνει το σουγιά και τον χώνει στην τσέπη του.
Κάθε πρωί περνάμε το κατώφλι και βγαίνουμε στον κόκκινο διάδρομο, η πόρτα ανοίγει και εμφανίζεται ο χαμογελαστός άντρας. Εγώ ξέρω τι πρόκειται να πει και περιμένω τη διαταγή του για να δείξω τη γλώσσα μου. Ξέρω ότι θα μου την κόψει και κάθε φορά φοβάμαι όλο και πιο πολύ. Η μέρα ξεκινάει έτσι, κι αυτό συμβαίνει πολλές φορές.

Δεν το λέω σε κανέναν και μονάχα πολύ αργότερα ρωτάω τη μητέρα γι αυτό. Από το κόκκινο παντού, εκείνη αναγνωρίζει την πανσιόν στο Κάρλσμπαντ, όπου είχε περάσει με τον πατέρα κι εμένα το καλοκαίρι του 1907. Για το δίχρονο που ήμουν τότε είχαν πάρει μαζί τους μία νταντά από τη Βουλγαρία, που κι η ίδια δεν ήταν καλά καλά δεκαπέντε χρονών. Πρωί πρωί η κοπέλα συνηθίζει να βγαίνει έξω αγκαλιά με το παιδί, μιλάει μόνο βουλγαρικά, αλλά τα βγάζει μία χαρά πέρα στο Κάρλσμπαντ, που σφύζει από ζωή, και επιστρέφει πάντα στην ώρα της με το παιδί. Μια φορά τη βλέπουν στο δρόμο μ' έναν άγνωστο νεαρό, εκείνη δεν ξέρει να πει τίποτα γι' αυτόν, μία τυχαία γνωριμία. Μετά από λίγες βδομάδες αποδεικνύεται ότι ο νεαρός μένει στο δωμάτιο ακριβώς απέναντί μας, στην άλλη μεριά του διαδρόμου. Καμιά φορά, το κορίτσι πηγαίνει τα βράδια στα πεταχτά στην κάμαρά του. Οι γονείς νιώθουν υπεύθυνοι γι αυτή και τη στέλνουν αμέσως πίσω στη Βουλγαρία.
Οι δυο τους, το κορίτσι κι ο νεαρός, έβγαιναν πολύ νωρίς από το σπίτι, μ'αυτό τον τρόπο πρέπει να συναντήθηκαν για πρώτη φορά, έτσι πρέπει να ξεκίνησε. Η απειλή με το σουγιά έκανε τη δουλειά της, το παιδί σιώπησε δέκα χρόνια.

Αντιστροφή ρόλων σε 2 εραστές

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Ένα μικρό κείμενο στο οποίο υπάρχει αντιστροφή ρόλων σε δύο εραστές. Ο άνδρας είναι ο ερώμενος και η γυναίκα η εράστρια. Η γυναίκα έχει πιο δυναμικό προφίλ και ο άνδρας είναι παθητικός.

Η Όλγα και ο Μάριος. Ο Μάριος γίνεται διεκδικητικός και ζηλιάρης συναντώντας την αποστροφή της Όλγας.

-Πόσες φορές σου έχω πει ότι δεν μου αρέσουν αυτές οι συζητήσεις; αποτείνεται η Όλγα. Δεν με μοιράζεσαι και δεν χάνεις τίποτα.
-Δεν μου αρέσει ο τρόπος που σε πλησιάζει, λέει ο Μάριος αναφερόμενος στον Αλέξη.
-Είμαστε συνάδελφοι, είναι επαγγελματικός κύκλος, τι περιμένεις να κάνω; Έχεις βρώμικη σκέψη και αυτό δεν θα σου βγει σε καλό. Ενδιαφέρομαι για το θέμα άνθρωπος, τίποτε παραπάνω.
-Απ' ότι φαίνεται δεν γνωρίζεις κανόνες. Το να βγαίνουμε μαζί και να μιλάς συνέχεια στο κινητό μαζί του το θεωρείς φυσιολογικό γι αυτόν που σε συνοδεύει;
-Προκύψαν έκτακτα θέματα στη δουλειά. Μάριε σου έχω ξαναπεί μάθε να ξεχωρίζεις.
-Και πότε ασχολήθηκες μαζί μου, πότε αναγνώρισες τη δουλειά μου και πότε συζητήσαμε όπως συζητάς με τους συναδέλφους σου;
-Σου αρνήθηκα ποτέ κάτι; Εγώ φταίω που μένεις στάσιμος και που αλλάζεις συνέχεια δουλειές;
-Δεν γνωρίζεις δηλαδή την αγορά εργασίας στον 21ο αιώνα.
-Μάριε η πολυδιάσπαση δεν σε βοηθά. Δεν θεωρούνται δουλειές όλα όσα κάνεις. Όταν κάποια πράγματα μπορούν να βγουν σε άλλους χρόνους, δηλώνεις χωρίς να εξελίσσεσαι απαραίτητα.
-Αυτό που κάνουμε τώρα το ονομάζεις σχέση και έρωτα; λέει με παράπονο ο Μάριος.
-Προσπαθώ να βάλω τάξη στις σκέψεις σου, να σε βοηθήσω και να σου πω ότι σε αγαπώ. Έχω όμως την εντύπωση ότι τον ζηλεύεις.
-Κανένας δεν έχει δικαίωμα να μας χαλάει το παραμύθι, φωνάζει έξαλλος.
-Το βασιλόπουλο του παραμυθιού, πότε θα ωριμάσεις επιτέλους; Ηρέμησε και θα τα ξαναπούμε, έχω δουλειά.

Σύγκρουση στο Μάρκετινγκ

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Ένα κείμενο σύγκρουσης με αφορμή κάτι εντελώς καθημερινό: Σύγκρουση στο Μάρκετινγκ μίας εταιρείας με αφορμή την καθημερινή απόδοση, το ρίσκο και τα προβλήματα.
O Μάνος ανεβαίνει τα σκαλιά της εταιρείας αγχωμένος και ταρακουνημένος. Έχουν ξεσπάσει προβλήματα και περιμένει τι θα του σερβίρουν, αναμένει τις αποφάσεις των ανωτέρων του. Πάντοτε ήξερε ότι μπλέκει σε τέτοια αντικείμενα, αλλά βλέπεις, Μάρκετινγκ. Ανοίγει την πόρτα απέναντι από τη γραμματεία και μπαίνει μέσα. Καλημερίζει τις κοπέλες και αμέσως βάζει το χέρι στην τσέπη. Βγάζει μερικά κέρματα και προχωράει προς την απέναντι πλευρά που είναι το μηχάνημα του καφέ. Προς το δρόμο του για εκεί, πετυχαίνει τον προϊστάμενό του. Και ο Θεός βοηθός, σκέφτεται μέσα του.
-Καλημέρα Μάνο, απαντάει ο Γιώργος.
-Καλημέρα σας, συνεχίζει χωρίς δεύτερη μιλιά με χαμηλωμένο βλέμμα.
-Έχεις κάτι να μου πεις; Ή μήπως θέλεις να ξεκινήσω εγώ; απαντάει ο Γιώργος απότομα.
Αμίλητος ο Μάνος.
-Το 50% των προγραμμάτων Μάρκετινγκ που ανέλαβες έπεσε. Άλλες 5 καμπάνιες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και σε λίγο έχω συνάντηση με το δικηγόρο γιατί έχουμε δεχτεί αγωγές. Οι πελάτες είναι έξω φρενών και φοβάμαι περαιτέρω δημοσιότητα. Τι έχεις να μου πεις; Τινάζεται όρθιος ο Γιώργος φωνάζοντας.
-Δεν ξέρουν τι θέλουν, συνεχίζει χαμηλόφωνα με ένα ελαφρό τραύλισμα.
-Που θα το πεις αυτό; Ακούγεται ο Γιώργος ορμώντας απειλητικά προς το μέρος του. Έχεις απλά ένα ελαφρυντικό, συνεχίζει. Όταν ξεκίνησαν αυτά τα υποτιθέμενα συμβόλαια έκανες υποσυνείδητα και ασυνείδητα τα λάθη των δικών μας πολιτικών. Σκέφτηκες τη μοιρασιά.
Ο Μάνος αρχίζει να παραμιλάει.
-Μία απαράμιλλη προσφορά σε υπαλλήλους, πελάτες και συνεργάτες, συχνά με ανεπιθύμητες επιπλοκές, όταν μπορούσαμε με κάποια εναλλακτικά πακέτα να πετύχουμε περισσότερα.
-Είναι κι αυτά γραμμένα στα συμβόλαια; απαντάει ειρωνικά.
-Θες να στο πω πιο ελευθεριακά; συνεχίζει ο Γιώργος. Προτείνεις μία φόρμα κι εκεί απάνω ακολουθείται η λογική του Προκρούστη. Κόβουμε και ράβουμε ανάλογα. Ένα είναι σίγουρο για να μιλήσουμε θεωρητικά. Στα ισοζύγια ότι μπαίνει βγαίνει. Θα αναμένεις την τύχη σου μετά τα έκτακτα συμβούλια. Με ένα απότομο χτύπημα, του ρίχνει τον καφέ από το χέρι στο πάτωμα.
Ο Μάνος προχωράει αργά προς το τραπέζι του χώρου διαλείμματος με τα χέρια του στο κεφάλι.
Στο κεφάλι του ηχούν οι λέξεις του Γιώργου, σκέφτηκες τη μοιρασιά. Γιατί δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε δύο γαϊδάρων άχυρα, μονολογεί φωνάζοντας προς έκπληξη των υπολοίπων που τον κοιτούν. Να τους τα κάνουμε δώρο, συνεχίζει ειρωνικά.
Μία κοπέλα συνάδελφός του τον πλησιάζει, κάθισε, του λέει.
Εκείνη τη στιγμή, ο Μάνος βάζει το χέρι του στον ώμο της και αρχίζει την αυτοκριτική του. Κατά βάθος έχει δίκιο, αρχίζει. Προσπαθήσαμε να εξαφανίσουμε ένα Business Plan. Έρχεται ο κάθε τυχοδιώκτης με απωθημένα και αρχίζει να βαφτίζει τα project με ονόματα, 3 διαφορετικές περιγραφές για το ίδιο πράγμα, Αλ Πατσίνο, Νονός. Έπρεπε να επιμείνω στις αρχές μου και σε ένα βιογραφικό που μάλλον έχω ξεχάσει, όπως επίσης και στην ιστορία της εταιρείας.
-Και νομίζεις ότι με αυτά σωζόμαστε, συνεχίζει η συνάδελφος υποστηρίζοντάς τον.
-Δεν μας φταίει κανείς αν βάζουμε το κεφάλι μας στο χάος, απαντάει ο Μάνος. Είμαστε βαθειά νυχτωμένοι και αυτή είναι μόνο η αρχή… Καλή συνέχεια σου εύχομαι, λέει ο Μάνος στην Ελένη περπατώντας προς το εσωτερικό των γραφείων και αναμένοντας τι μέλλει γενέσθαι.

Η αντίδραση της Εριφύλλης

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Η αντίδραση της Εριφύλλης στην επιστολή που έλαβε από την Ευγενία.
Στοιχεία του βιογραφικού της Εριφύλλης που μας απασχολούν.
Παντρεμένη, 36 ετών
Συγγραφέας τόσο λογοτεχνικών έργων όσο και σεναρίων, θεατρικών αλλά και κινηματογραφικών.
Έχει αφήσει την επιστολή στο τραπέζι της κουζίνας και ετοιμάζεται να φτιάξει καφέ. Εκείνη τη στιγμή μπαίνει μέσα ο άντρας της ο Σταύρος.
-Την Ευγενία τη θυμάσαι φαντάζομαι, ξεκινάει η Εριφύλλη.
-Βέβαια, απαντάει ο Σταύρος.
-Διάβασε αυτό, του λέει και του δίνει την επιστολή.
10 λεπτά αργότερα η Εριφύλλη έχει φτιάξει καφέ και κάθονται και οι δυο τους στο τραπέζι της κουζίνας.
-Τι περιμένεις να πω; κάνει η Εριφύλλη με επικριτικό τόνο.
Ο Σταύρος, έχοντας πλήρη αίσθηση των σκαλοπατιών που έχει ανέβει η γυναίκα του απαντάει.
-Είναι νέα, μόλις έχει μπει στο θέατρο, έχει χρόνο.
-Αυτό είναι το πρόβλημα απαντάει η Εριφύλλη, νομίζει ότι έχει χρόνο. Θα σου πω λοιπόν μία ιστορία έτσι όπως την γνωρίζω εγώ από τη δική μου δουλειά.
Πίνει μία γουλιά καφέ και αρχίζει την εξιστόρηση.
-Όταν ένας σκηνοθέτης ή παραγωγός βλέπουν ένα καταπληκτικό βιβλίο λένε: Ωραία, θα το κάνω ταινία. Όμως ένας συγγραφέας σπάνια βλέπει ταινία και λέει θα την κάνω βιβλίο. Ξεκινάμε λοιπόν από τη βάση του πως ξεμοντάρεται η λογοτεχνία και γίνεται σινεμά. Ως κατασκευή και αυτή, πρέπει να βγουν οι βίδες, τα γρανάζια, οι μηχανισμοί, να απλωθούν και να σκορπίσουν στο πάτωμα και μετά αυτά να τα πάρουν ο σκηνοθέτης και ο παραγωγός, να τα αναλύσουν, να τα κοστολογήσουν και να φτιάξουν κάτι πιο μεγάλο και τελείως διαφορετικό. Και αν χαθούν χρήματα;
-Που θες να καταλήξεις; ρωτάει ο Σταύρος.
-Η Ευγενία, σωστά αλλά ασυναίσθητα παρομοίασε το θέατρο και τον κινηματογράφο με κάδρο. Την απασχολούν τα χρήματα και έχει υπαρξιακά ερωτήματα ως προς το διαχωρισμό συγγραφής-θεάτρου.
-Όπως πολλά άλλα παιδιά φαντάζομαι, συνεχίζει ο άντρας της.
-Αυτό εννοώ, αποκρίνεται. Γίνονται κάποιοι αναπτυξιακοί συνειρμοί που αποδεικνύονται μόνο με δουλειά και στο μετέπειτα. Αυτά τα πράγματα δεν τα ξέρεις από πριν. Το κάνεις, βλέπεις ότι υπάρχει αντίκρυσμα και ανταπόκριση και προχωράς. Δεν θα γίνουμε προφήτες μετά θάνατον.
-Σκοπεύεις να της μιλήσεις;
-Σκοπεύω να την ξεμπλοκάρω, αποκρίνεται η Εριφύλλη και σηκώνεται από το τραπέζι.

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

"Ένας κακός άνθρωπος"

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Στους χαρακτήρες τα πράγματα ποτέ δεν είναι άσπρο μαύρο. Οι χαρακτήρες δεν είναι μόνο καλοί ή μόνο κακοί, βρίσκονται στα γκρίζα. Για να διακρίνουμε τα καλά από τα κακά, περιγράφω έναν χαρακτήρα που είναι μόνο κακός (χωρίς γκρίζα)

Αυτοί οι χαρακτήρες δεν είναι ποτέ κεντρικοί ήρωες γιατί είναι προβλέψιμοι. Υπάρχουν πχ μόνο για κάποια τρομολαγνικά Αμερικάνικα σήριαλ.

(Μας ενδιαφέρει πάντοτε οι χαρακτήρες μας να μην είναι σαθροί, να είναι στέρεοι και να έχουν ενδιαφέρον, γιατί κάνουν αυτά που κάνουν).

Ένας καθαρά κακός άνθρωπος

Του αρέσει να φαντάζεται τα κόμπλεξ των υπολοίπων και συχνά γίνεται ελιτιστής με τα συναισθήματα. Ως άνθρωπος ατίθασος αλλά και αναρχοαυτόνομος συχνά δεν σέβεται. Αν και με μεγάλη φαντασία συχνά κολλάει στο παρελθόν και γίνεται εκδικητικός στον τρόπο σκέψης του. Απόλυτος αλλά όχι διαλλακτικός, εύστροφος και συχνά με τάσεις συνωμοσιακές πιστεύει ότι μπορεί να ελέγχει τους άλλους. Η τάση του για κυριαρχία τον κάνει απωθητικό με αποτέλεσμα να το πληρώνει και ο ίδιος και οι άλλοι μέσα από τη συμπεριφορά του και τις πράξεις του. Συχνά επιτίθεται στους κόπους των συνανθρώπων του νομίζοντας ότι είναι όλοι ίδιοι. Τα σύνδρομα από τα οποία κατατρέχεται τον δυσκολεύουν στην επικοινωνία.

Η επιστολή της Ευγενίας

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Η επιστολή της Ευγενίας σε μία φίλη της συγγραφέα (μεγαλύτερη σε ηλικία) με την είσοδό της στη Δραματική Σχολή. Γνωρίζει από πριν την επιτυχία της στο θέατρο.
 

Εριφύλλη καλησπέρα,
 

Σου γράφω αυτήν την επιστολή χάρη στη φιλική μας σχέση μιας και θέλω να ζητήσω τα φώτα σου σε θέματα που αφορούν τον τρόπο σκέψης μου αλλά και τον επαγγελματικό μου προσανατολισμό. Συναντώ συμμαθητές στη σχολή που με συγχαίρουν για την επιτυχία μου και μαζί περνάμε ώρες στα διαλείμματα, στο φουαγιέ αλλά και στις πρόβες. Είσαι συγγραφέας και πιστεύω θα με καταλάβεις. Σήμερα κερδήθηκε μία μάχη, δεν κερδήθηκε όμως ο πόλεμος. Τα οικονομικά είναι πολύ σοβαρό ζήτημα και δεν μπορεί να το αντιμετωπίζουμε με δηλώσεις της τάξης των 10 ημερών ή μετά από 3 βραδιές. Ξέρεις πολύ καλά κι εσύ ως συγγραφέας ότι αυτά τα πράγματα δεν γίνονται από τη μία μέρα στην άλλη. Έχεις όμως μεγάλη φαντασία και νομίζω μπορείς να με βοηθήσεις καταρχήν, αν βρεθούμε από κοντά. Ποιοί είμαστε; Γιατί είμαστε εδώ; Έχω ξεκινήσει να γράφω, έχω αγοράσει και γραφομηχανή και η εμπειρία με μία καθοδήγηση είναι όμορφη. Επειδή κάποιος δεν μπορεί να επιμεληθεί τα γραπτά του και να τα καταστήσει καταρχήν κοινά και προσβάσιμα, πάει να πει ότι γίνεται καλλιτέχνης; Πως αντιμετώπισες εσύ η ίδια την αναρχία της σκέψης και τα σκοτάδια του συγγραφέα; Μπαίνουμε σε ένα κάδρο, πως αποφασίζεται όμως το σχήμα;
 

Αναμένω νέα σου για να κανονίσουμε να βρεθούμε.
 

Ευχαριστώ
Ευγενία
 

(Συνεχίζεται)

Δημιουργία Χαρακτήρα, Ευγενία

Με αφορμή τα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μικρό Πολυτεχνείο

Μία ηρωίδα φωτογραφίζεται. Πλάθω στοιχεία του βιογραφικού της
  • Έτος γέννησης 1940, 76 ετών
  • Γέννηση: Σαντορίνη => Αθήνα
  • Παντρεμένη χωρίς παιδιά
  • Όνομα: Ευγενία
  • Αγγλικά, Ιταλικά
  • Ηθοποιός
  • Χόμπυ: Ζωγραφική
Γράφω όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για το χαρακτήρα και τον πολιτισμό της (ατομικό, κοινωνικό). Μπαίνω νοερά στο σπίτι της και μου λέει όσο το δυνατόν περισσότερα για τον εαυτό της.
  • Γεννήθηκε στη Σαντορίνη και έζησε εκεί μέχρι να παντρευτεί σε ηλικία 30 ετών
  • Ολοκλήρωσε το Λύκειο και σπούδασε θέατρο μετακομίζοντας στην Αθήνα
  • Έδειξε από νωρίς το ενδιαφέρον της για τη ζωγραφική
  • Στα παιδικά της χρόνια βοηθούσε στο μαγαζί του πατέρα της ο οποίος ήταν γλύπτης και διέθετε επίσης και μία γκαλερί τέχνης
  • Διατηρεί φωτογραφικό αρχείο με εικόνες της νησιώτικης κουλτούρας της Σαντορίνης
  • Η οικογένειά της συνδέεται στενά με δραστηριότητες της εκκλησίας, παρακολουθούν τακτικά και ο αδερφός της είναι ψάλτης
  • Ξεκίνησε τη ζωγραφική ως χόμπυ τόσο στο προσωπικό της στούντιο όσο και με τη ζωγραφική πορτραίτων στους δρόμους, δρομάκια της Σαντορίνης
  • Τελείωσε το θέατρο στα 23 και έκανε μεταπτυχιακό στο Λονδίνο
  • Έκανε διάφορα ταξίδια, διατηρεί ημερολόγιο ταξιδιωτικής συγγραφής δερμάτινο και στη συνέχεια έμαθε Ιταλικά, ξεκινώντας σε ηλικία περίπου 25 ετών
  • Γνώρισε το Στέφανο όσο ήταν στο θέατρο ο οποίος είναι δάσκαλος Μαθηματικών
  • Μετά τις σπουδές της Ευγενίας αυτή και ο Στέφανος επέστρεψαν στη Σαντορίνη
  • Έκανε μία επιτυχημένη καριέρα στο θέατρο με πολλές παραστάσεις
  • Παντρεύτηκαν και μετακόμισαν μόνιμα στην Αθήνα
  • Μέχρι σήμερα ζουν μία απλή και ωραία ζωή
Θέλουμε περισσότερα προσωπικά στοιχεία για τον εαυτό της, σκάλισμα. Η ηρωίδα είναι κομιλφό (πολύ καθώς πρέπει). Περιγραφή όχι μόνο εξωτερικών αλλά και προσωπικών χαρακτηριστικών.

Μπαίνω στο κεφάλι και στο πετσί του ήρωα και γράφω ένα μικρό κείμενο (1ο πρόσωπο) για τις σκέψεις του εκείνη τη στιγμή.

1ο πρόσωπο, Ευγενία
Σαντορίνη, υπέροχο νησί, έχει μία θεατρικότητα… Οι άνθρωποι έρχονται για όλα αυτά, για τα γαϊδουράκια, για τα πλακόστρωτα, για τα τουριστικά, για τους ζωγράφους στο περπάτημά τους. Κάποιες φορές το επιθυμώ κι εγώ, κάποιες μου αρέσει, ενώ κάποιες άλλες μελαγχολώ. Σκέφτομαι όλη αυτή την τυπολατρία και τον κομφορμισμό, την προσαρμογή στις απαιτήσεις και τους τύπους της ομάδας και τρελαίνομαι. Στην ζωή μου προσπάθησα απλά να διαλέξω σωστά. Ίσως αυτό που λένε στην πολιτική για τους ανθρώπους, πως για κάποιες ιδέες χάλασες τη ζωή σου, έμαθες, ισορρόπησες ή απλά χάθηκες, να με αφορούσε κάποτε. Η εποχή αυτή πέρασε, ο άνθρωπος μαθαίνει μόνο από τα λάθη του. Έζησα όμως σε ένα μονοπάτι στο οποίο μερικές φορές νικητής δεν βγαίνει ούτε ο έρωτας, ούτε η ζωή, νικήτρια είναι η Τέχνη. Οι καλλιτέχνες έχουν μέσα τους επανάσταση, διαστροφή μερικές φορές, ανησυχίες, μιλούν για ανατροπή και λάθος, προσπαθούν να κάνουν ορατά τα αόρατα. Απλά, η επανάσταση για το ότι θα έπρεπε να ανήκω κάπου ήταν λάθος. Θες να ανήκεις γιατί μπορείς ή από ανασφάλεια? Ή γιατί ξεβολεύεσαι από τις χίμαιρες και τις ουτοπίες που πλάθει η φαντασία του ανθρώπου? Όλα αυτά όμως στους καλλιτέχνες δίνουν και παίρνουν, είναι από τους λίγους που όταν πεθαίνει κάποιος ακούς στην τηλεόραση καλό παράδεισο… Ένα ταξίδι στο φως λοιπόν, καλησπέρα μας.


Κάποιος παρατηρητής τη στιγμή της φωτογραφίας κοιτάζει. Τι βλέπει το 2ο πρόσωπο, σε 3ο πρόσωπο, και τι σκέψεις κάνει που θα είναι σχετικές με την εικονιζόμενη. Είναι αυτός που περιγράφει.

Μία γυναίκα, ένας άνθρωπος που έμεινε πιστός στο στίγμα του. Ξέρω τι σκέφτονται αυτοί οι άνθρωποι στα νιάτα τους. Εν όψει δυσκολιών, εν όψει προβλημάτων, εν όψει οικονομικής κρίσης, μπορεί να ντουμπλάρουν (να τα αντικαταστήσουν, αντιστρέψουν). Όμως η εμπειρία και η διαύγεια έρχονται με τα χρόνια, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς γυρίσματα στο μυαλό, χωρίς σπασμένα τηλέφωνα. Μπορεί ακόμα το χαμόγελό της να συμβαδίζει με τον εσωτερικό της κόσμο. Έζησε σε μία εποχή πιο αθώα, τότε που τα πάντα ήτανε πιθανά, χωρίς την ψηφιακή κοινωνία του 21ου αιώνα, τα νιάτα της συμβάδισαν με τα 60s. Σαν παλιό σινεμά, άχρονο και αρχετυπικό, που μπορεί και υπάρχει ακόμα…


(Συνεχίζεται)

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Archetype (Η έννοια του αρχέτυπου)

The concept of an archetype is found in areas relating to behavior, modern psychological theory, and literary analysis. An archetype can be

1.) a statement, pattern of behavior, or prototype which other statements, patterns of behavior, and objects copy or emulate;
2.) a Platonic philosophical idea referring to pure forms which embody the fundamental characteristics of a thing;
3.) a collectively-inherited unconscious idea, pattern of thought, image, etc., that is universally present in individual psyches, as in Jungian psychology;
4.) or a constantly recurring symbol or motif in literature, painting, or mythology (this usage of the term draws from both comparative anthropology and Jungian archetypal theory).

In the first sense, many more informal terms are frequently used instead, such as "standard example" or "basic example", and the longer form "archetypal example" is also found. In mathematics, an archetype is often called a "canonical example".

Etymology

The word archetype first entered into English usage in the 1540s and derives from the Latin noun archetypum, latinisation of the Greek noun ἀρχέτυπον (archetupon), whose adjective form is ἀρχέτυπος (archetupos), which means "first-molded", which is a compound of ἀρχή archē, "beginning, origin", and τύπος tupos, which can mean, amongst other things, "pattern," "model," or "type." The word "pattern" comes from the Greek root "pater-", meaning "father", so archetype can be understood as the principle pattern from which others are copied.

Function

Usage of archetype in a specific piece of write up or concept has holistic approach, which further makes it win universal acceptance. Readers get to relate, identify with the characters and situation, both socially and culturally. By deploying common archetype contextually, a writer aims to impart realism to his work. Going by many literary critics, archetypes have a standard and recurring depiction in a particular human culture and/or the whole human race that ultimately lays concrete pillars by shaping the whole structure in a literary work.

Plato

The origins of the archetypal hypothesis date back as far as Plato. Plato's ideas were pure mental forms that were imprinted in the soul before it was born into the world. They were collective in the sense that they embodied the fundamental characteristics of a thing rather than its specific peculiarities. In the seventeenth century, Sir Thomas Browne and Francis Bacon both employ the word 'archetype' in their writings; Browne in The Garden of Cyrus (1658) attempted to depict archetypes in his usage of symbolic proper-names.

Jungian archetypes

The concept of psychological archetypes was advanced by the Swiss psychiatrist Carl Jung, c. 1919. In Jung's psychological framework, archetypes are innate, universal prototypes for ideas and may be used to interpret observations. A group of memories and interpretations associated with an archetype is a complex ( e.g. a mother complex associated with the mother archetype). Jung treated the archetypes as psychological organs, analogous to physical ones in that both are morphological constructs that arose through evolution. At the same time, it has also been observed that evolution can itself be considered an archetypal construct.

Jung states in part one of Man And His Symbols that:

    My views about the 'archaic remnants', which I call 'archetypes' or 'primordial images,' have been constantly criticized by people who lack a sufficient knowledge of the psychology of dreams and of mythology. The term 'archetype' is often misunderstood as meaning certain definite mythological images or motifs, but these are nothing more than conscious representations. Such variable representations cannot be inherited. The archetype is a tendency to form such representations of a motif—representations that can vary a great deal in detail without losing their basic pattern.

Archetypal literary criticism

Archetypal literary criticism argues that archetypes determine the form and function of literary works and that a text's meaning is shaped by cultural and psychological myths. Archetypes are the unknowable basic forms personified or made concrete by recurring images, symbols, or patterns (which may include motifs such as the 'quest' or the 'heavenly ascent;' recognizable character types such as the 'trickster' or the 'hero;' symbols such as the apple or snake; and imagery) and that have all been laden with meaning prior to their inclusion in any particular work.

The archetypes reveal shared roles among universal societies, such as the role of the mother in her natural relations with all members of the family. This archetype may create a shared imaginary which is defined by many stereotypes that have not separated themselves from the traditional, biological, religious and mythical framework.

(Source Wikipedia)

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Unwrap Your Inner Artist

by, Jacob Krueger

 

Take Your Creative Brain Out Of Cold Storage


Remember the expression on Hans Solo’s face when Darth Vader pulled him out of the carbon freezing chamber?  That’s how our Creative Brains feel most of the time.   Frozen.  Helpless. Paralyzed.  Lost.  Mouth open in a silent scream.
It wasn’t always this way.  If you want to remember the time before your editing brain took control, just watch a child play with their holiday presents.  Watch how effortlessly the creativity flows through them.  Each and every child is a creative genius.  They can make things up forever, without ever getting blocked, or every running out of ideas.
A child doesn’t worry about whether or not she’s playing with her Barbie properly, whether her My Little Pony’s journey has the appropriate arc.  A child doesn’t fret over whether or not she has a talent for dialogue, or whether her Tickle-Me-Elmo is a likable character.  A child doesn’t beat herself up over playing wrong, or breaking the rules, or making up a story that nobody else understands.

 

A child simply plays.


Pablo Picasso, one of the greatest artists of all time, said he spent the first half of his life trying to paint like Rembrandt, and the second half of his life trying to paint like a child.
There’s a reason he felt this way and dedicated so much time to this unlikely goal.  There’s a reason why Picasso was so prolific.   And there’s a reason why the work he created in this way was so tremendously successful.
When you tap into your inner child, you’re tapping into the limitless power of your creative mind.  You achieve what Zen Masters call ‘beginners mind’, that magical state before you know the rules, when everything seems possible, and is.
I’ve seen this again and again in my classes.  Young writers who have never picked up a pen before outshining the perfectly polished work of graduates of top film programs.
When you find beginner’s mind, you have nothing to lose.  Because you’re not trying to be good.  You’re just allowing yourself to write.

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Love is a moment that lasts forever..

From Morning Coffee to Delightful Talking & From Creative Will to Emotional Fulfillment, always remember dear folks of The Friends & Those Specials Who Love you! Take Care!

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Δε θέλω να ξέρεις, Άννα Βίσση

Juliet The Spirit..

Marion The White Fairy..

Montgomery Father Christmas..

Betty The Alchemist..

MacGregor The Warrior..

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Welcome Harry to Diagon Alley!

Diagon Alley (a pun on the word diagonally) is a fictional high street located in London. It is accessible to the wizarding world, to which it is something of an economic hub, but hidden from Muggles (non-magical people). However, Muggles are allowed access to it if they need to accompany their Muggle-born magical children. If a wizard or witch needs something, chances are that it can be found in Diagon Alley.

One entrance to Diagon Alley can be reached on foot by passing through The Leaky Cauldron (a wizarding pub/inn). The inn, which is invisible to Muggles, lies in between a bookshop and a music shop. To enter Diagon Alley, one must go through The Leaky Cauldron to a rear courtyard and tap a brick in the wall, found by counting three up and two across, three times. In the film, the tapping of 5 bricks around the hole in the wall opens the doorway to Diagon Alley. Given the busy nature of the area, travelling to and from Diagon Alley is likely typically done by more magical means such as Apparition or by using the Floo Network, which are both ways of wizarding transport. It contains Gringotts Bank which is run by goblins, an ice-cream parlour, pet shops, book shops, Ollivander's wand shop, magical clothing shops, broom shops, apothecaries and many others.

The DVD of Harry Potter and the Chamber of Secrets includes a video "guided tour" of Diagon Alley, apparently shot on the original film sets. In the first film, the Leaky Cauldron's entrance was filmed in Bull's Head Passage, near Leadenhall Market. In the sixth film, it was inserted into the actual Charing Cross Road, between a book store and a surveyors' storefront, while Diagon Alley's actual location was revealed to be in an alley called Cecil Court located near Leicester Square, which dates back to 1627.

The name Diagon Alley is a near homophone of the word "diagonally", which is used as a plot device when Harry mispronounces the phrase near the beginning of the Chamber of Secrets film.

Borgin & Burkes

Borgin and Burkes is an antique shop located in Knockturn Alley, containing some dubious or dangerous items such as a cursed opal necklace, or half of a vanishing cabinet set, which is used by Draco Malfoy to infiltrate Hogwarts. Lord Voldemort used to work there after he left Hogwarts during the mid-1940s. Then it was run by a certain Cataractus Burkes, though during the 1990s the only owner we ever hear of seems to be Mr. Borgin.

Eeylops Owl Emporium

Eeylops Owl Emporium sells owls and supplies such as owl treats and cages. Inside, it is dark and full of a low, soft hooting, rustling and the flickering of "jewel-bright eyes." It is here that Rubeus Hagrid purchased a snowy owl for Harry who named her Hedwig in The Philosopher's Stone.

Florean Fortescue's Ice Cream Parlour

Florean Fortescue's Ice Cream Parlour, under the management of the owner Florean Fortescue (founder and shopkeeper), sold ice cream, including sundaes, which could be enjoyed at outdoor tables. Harry spent pleasant hours here working on summer holiday assignments before his third year at Hogwarts in Prisoner of Azkaban. Mr Fortescue himself helped him with his school essays and supplied him with free sundaes every half-hour. Nearing the end of the summer holidays, Harry meets Ron and Hermione here. In the Half-Blood Prince the parlour is boarded up and Fortescue has gone missing. Rowling confirmed that Florean was murdered. Also, in the first book, when Harry goes to get his robes, Hagrid appears outside the window clutching two ice-creams." The parlour sold ice creams such as "one with chocolate and raspberry sauce with chopped nuts", which Harry eats in the first book. In the second book, Harry also buys three large "strawberry and peanut butter" cones for himself, Ron and Hermione.

Flourish & Blotts

Flourish & Blotts sells a great variety of magic books, including textbooks for Hogwarts courses and other books of general magical interest. In the back there is a corner devoted solely to divination, which includes a small table stacked with titles like Predicting the Unpredictable: Insulate Yourself against Shocks and Broken Balls: When Fortunes Turn Foul. Another small display contains the book Death Omens: What to Do When You Know the Worst is Coming.

Usually, there is a display of gold-embossed spell books the size of paving slabs in the window, but in Prisoner of Azkaban, the front window holds an iron cage filled with hundreds of copies of The Monster Book of Monsters. To deal with the vicious books, set for the third year Care of Magical Creatures class by Hagrid, the harassed manager has to gear up with thick gloves and jab at them with a knobbly walking stick, as the books tend to rip each other apart. The manager says that he had thought he had seen the worst when they bought about 200 copies of The Invisible Book of Invisibility, all of which cost a fortune and they never did find them.

In Chamber of Secrets, celebrity author Gilderoy Lockhart signs copies of his autobiography, Magical Me, at the shop the day Harry visits, from 12:30–4:30 p.m. The signing drew a huge crowd of fans (mostly middle-aged women). This is also where Lucius Malfoy slips Tom Riddle's diary into Ginny's battered old Transfiguration book, thus causing the start of the events in Chamber of Secrets.

Gringotts Wizarding Bank

Gringotts Wizarding Bank is the only known bank of the wizarding world and it is operated primarily by goblins. A snowy white building, near the intersection of Knockturn Alley and Diagon Alley, Gringotts towers over all neighbouring shops. Customers pass through a set of bronze doors and then silver ones before entering the lobby. The main floor is paved with marble and has long counters stretching along its length. Within, wizards and witches keep their money and other valuables in vaults that are protected by very complex and very strong security measures. The vaults extend for miles under London and are accessible through rough stone passageways and then by means of magic carts that travel speedily along their tracks. Gringotts also offers Muggle-Wizarding currency exchange. When Harry first visits Gringotts, he is told by Hagrid that one would have to be mad to try to rob Gringotts. Goblins are extremely greedy and will protect their money and valuables at any cost, which is the reason why they are ideal guardians for the valuables of the wizarding world. In addition, according to Hagrid, apart from Hogwarts, Gringotts is considered "the safest place in the world for anything you want to keep safe".

There are a number of methods of opening the vaults. Most vaults, such as Harry's, use small golden keys. Higher security vaults may have various enchantments or other measures upon the doors. For example, the door to Vault 713 needs to be stroked by a certified Gringotts goblin, whereupon it melts away to allow access to the contents. If anyone other than a certified Gringotts goblin touches the door, that person will be sucked into the vault, which is only checked for trapped thieves about once every 10 years. Dragons guard the especially high security vaults found in the lowest reaches of the bank, and a subterranean waterfall called the "Thief's Downfall" acts to overturn carts that pass through it and negate spells used by would-be robbers.

Gringotts Vault 713 held a small parcel wrapped in paper, inside of which was the Philosopher's Stone. Dumbledore sent Hagrid to retrieve it while he escorted Harry. Later that same day, Professor Quirrell broke into the vault under orders from Voldemort. Although he was unsuccessful in obtaining the Philosopher's Stone, the break-in shocked the wizarding world because it was unheard of for Gringotts to be robbed. Griphook claims that the protection had been lessened due to the Vault being emptied. In Deathly Hallows, Harry, Ron, and Hermione, aided by a reluctant Griphook, break into the vault of Bellatrix Lestrange where a Horcrux of Voldemort (Hufflepuff's Cup) is hidden. However, when they enter Bellatrix's vault, which is stocked with all manner of treasures, they discover that the treasure has had Gemino and Flagrante charms placed on it, which, respectively, cause any item to multiply rapidly and go red-hot whenever it is touched. The trio escape with the Horcrux by freeing a half-blind dragon that was part of the security for the vault, and clambering onto its back.

While Gringotts is largely staffed by goblins, including Griphook and Ragnok, it is known that the bank has human employees, though not apparently for banking and accounting services. Bill Weasley worked as a curse-breaker for Gringotts in Egypt, retrieving artefacts from ancient Egyptian tombs and pyramids. Fleur Delacour took a part-time job with Gringotts after participating in the Triwizard Tournament, apparently to improve her English skills, and Wizard guards are mentioned in Deathly Hallows during the break in.

The Leaky Cauldron

The Leaky Cauldron is a dark, shabby pub and inn for wizards, located on the Muggle street of Charing Cross Road in London, offering food, drinks and rooms to rent. It was founded by Daisy Dodderidge (1467–1555) in 1500 "to serve as a gateway between the non-wizarding world and Diagon Alley." The current barman and innkeeper is a wizard named Tom.

On the main floor, the inn has a bar, several private parlour rooms, and a large dining room. On the upper floors, there are a number of rooms available; Harry has stayed in Room 11, which has a talking mirror and windows that allow him to look out onto Charing Cross Road. People often stay at The Leaky Cauldron when they come up to London on shopping trips.

The pub serves as a way of entering into Diagon Alley from the Muggle world for Muggle-borns and their parents (both of whom, until the first letter from Hogwarts, have no magical knowledge or means of entering). The rear of The Leaky Cauldron opens onto a chilly little courtyard where a brick (found by counting three up and two across from a dustbin) is tapped three times.

Madam Malkin's Robes for All Occasions

Madam Malkin's is a clothing shop next to Flourish & Blotts. It sells robes and other clothing, including the standard Hogwarts-required plain black work robes, and dress robes. Madam Malkin, a squat witch who wears mauve robes, and her assistants will tailor the robes to fit right in her shop. Malkin is an archaic term for a crotchety old woman.

Harry has two meetings with Draco in Madam Malkin's shop. This is where Harry meets the first wizard of his own age, Malfoy, for the very first time in Philosopher's Stone. Harry is rather bewildered by the questions Draco asks, because Harry is still unfamiliar with many aspects of the wizarding world. A second meeting occurs just before the beginning of Harry's sixth year, in Half-Blood Prince. This meeting is far more unpleasant, and escalates quickly into a near-duel before Draco and his mother leave in disgust that Hermione would shop there.

Hagrid can never fit in here, so the first time he brought him there, he bought some ice creams while waiting for Harry.

Magical Menagerie

The Magical Menagerie is a magical creature shop that in addition to selling magical creatures also offers advice on animal care and health. The shop is very cramped, noisy and smelly, due to every inch being covered with cages. Among the creatures in the Magical Menagerie are enormous purple toads, a firecrab, poisonous orange snails, a fat white rabbit that can turn into a silk top hat and back, cats of every colour, ravens, puffskeins, and a cage of sleek black rats that play skipping games with their tails.

When Harry, Ron, and Hermione visit in Prisoner of Azkaban, a witch wearing heavy black spectacles helps them. Ron buys Rat Tonic for his pet rat Scabbers, while Hermione buys herself a cat, Crookshanks. Crookshanks had apparently been in there for a very long time, because no one wanted him and he often caused chaos in the shop.

Ollivanders

Ollivanders is a fine wands shop described as "narrow and shabby, with a sign that reads Ollivanders: Makers of Fine Wands since 382 BC in peeling gold letters over the door. The only display in the window overlooking Diagon Alley is a single wand lying on a faded purple cushion in the dusty window. Within, there are countless narrow boxes piled neatly right up to the ceiling and a spindly-legged chair" (Hagrid, however, breaks it after he sits upon it).

Mr. Ollivander, the pale-eyed, white-haired shopkeeper, makes and sells magic wands to witches and wizards as they enter school or break their old wands. He remembers every wand he has ever sold. To determine the best wand for a witch or wizard, Mr Ollivander measures various body parts (including, in Harry's case, between his nostrils) and then checks the reactions of various wands to the buyer, a process to which he refers as "the wand choosing the wizard."

The shop closed when Mr Ollivander went missing in Half-Blood Prince when Voldemort ordered his Death Eaters to kidnap Ollivander to attempt to discover more about the link between his own and Harry's wand. One of his last customers was Neville, for whom he made a wand of cherry and unicorn hair. However, Harry rescues Ollivander in Deathly Hallows.

Potage's Cauldron Shop

Potage's Cauldron Shop sells different varieties and sizes of cauldrons, including copper, brass, pewter, silver, self-stirring, collapsible, and solid gold, according to a sign outside the shop in Philosopher's Stone. Hogwarts requires its students to have a size 2 pewter cauldron (as listed in the Philosopher's Stone book list). Hagrid talked Harry out of buying a solid gold cauldron. The Cauldron Shop is very near to the entrance from The Leaky Cauldron.

Quality Quidditch Supplies

Quality Quidditch Supplies sells broomsticks and Quidditch-related items. The store windows often draw young customers to gaze longingly at the merchandise. Its most famous items on display are the Nimbus 2000 and the Firebolt broomsticks, both of which Harry would eventually own. He spent the summer before his third year gazing at the brand new Firebolt racing broom in the display window. The price is allegedly so large that it is only given upon request, though as Harry never asked, the price is unknown. Ron had previously longed for a full set of Chudley Cannons robes offered at the shop.

Slug and Jiggers Apothecary

The Apothecary sells scales, potions and potion ingredients. The shop is quite fascinating despite its very bad smell (a mixture of bad eggs and rotten cabbage). The inside includes barrels of slimy stuff on the floor, jars of herbs, dried roots and bright powders on the shelves, and bundles of feathers, strings of fangs and snarled claws hanging from the ceiling. Harry regularly buys ingredients, as well as his scales, from the Apothecary. Some of the ingredients available are silver unicorn horns (for twenty-one Galleons each), glittery-black beetle eyes (five Knuts a scoop), Dragon liver(seventeen Sickles an ounce).

Gambol and Japes

Gambol and Japes is a wizarding joke shop. It is briefly mentioned in Chamber of Secrets, where Fred, George and Lee Jordan stock up on "Dr Filibuster's Fabulous Wet-Start, No-Heat Fireworks."

Stalls

As well as many shops, Diagon Alley also contains small stalls. These stalls sell a wide range of things; including magical sweets. In Half-Blood Prince, many witches and wizards try to take advantage of the fear created by Voldemort's return. They set up stalls selling amulets and other objects, which (according to them) protect you against werewolves, Dementors and Inferi. These "dark magic protection" stalls, however, are illegal, and likely scams. Arthur Weasley is the one in charge of arresting their owners.

Wiseacre's Wizarding Equipment

Sells all sorts of equipment used in the wizard world. Harry buys his first telescope here.

Twilfitt and Tatting's

Twilfitt and Tatting's is a wizarding clothing shop located in Diagon Alley, mentioned in Half-Blood Prince by Narcissa Malfoy, who claims she would shop there rather than shopping in Madam Malkin's due to the presence of Harry, Ron, and Hermione.

Weasleys' Wizard Wheezes

Weasleys' Wizard Wheezes is a popular joke shop that started as a small school business created by Fred and George Weasley in the fourth book. It opened its doors at Number 93 Diagon Alley in the summer of the sixth book, using Harry Potter's Triwizard Winnings as starting capital. Weasleys' Wizard Wheezes sells joke and trick items, useful novelties, and Defence Against the Dark Arts items. The front of the shop is described as a fireworks display against the muffled backdrop of the dull shops in Harry's sixth year. Some of their products are U-No-Poo, Skiving Snackboxes, trick wands, Self-Inking, Spelling checking, and Smart Answer Quills, reusable Hangmans, Daydream Charms, muggle magic tricks, Edible Dark Marks, Shield Products, Instant Darkness Powder, Decoy Detonators, joke cauldrons, Wonderwitch products, 10-second pimple vanishers, Pygmy Puffs, and more.

Fred and George started using the name "Weasleys' Wizard Wheezes" in Goblet of Fire for a mail order business selling merchandise, including sweets to help students skip classes. To run their own joke shop had always been their life's ambition—an ambition they were able to realise when Harry gave them his Triwizard Tournament winnings of 1,000 Galleons. After an early departure from Hogwarts in Order of the Phoenix, the two Weasleys set up their shop in Diagon Alley, which quickly became a huge success.

Weasleys' Wizard Wheezes had to be temporarily shut down in Deathly Hallows, because the Death Eaters were keeping an eye on all the Weasleys, but Fred and George continued to run an Owl-Order service.

(Source Wikipedia)